Του Τζορτζ Σόρος - Την Τετάρτη εκατό επιφανείς Ευρωπαίοι απεύθυναν ανοιχτή επιστολή στους ηγέτες των 17 κρατών-μελών της Ευρωζώνης. Η επιστολή τους έλεγε αυτό που οι ηγέτες της Ευρώπης δείχνουν τώρα να κατανοούν: ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν να μεταθέτουν τη λύση του προβλήματος. Ο δρόμος είναι κλειστός από το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, που ναι μεν ενέκρινε ως συνταγματική τη νομοθεσία η οποία επιτρέπει την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αποφάνθηκε όμως ότι δεν επιτρέπονται περαιτέρω μεταβιβάσεις πόρων δίχως την έγκριση του γερμανικού Κοινοβουλίου. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατάλαβαν επίσης ότι δεν αρκεί να διαβεβαιώνουν πως οι κυβερνήσεις μπορούν να αναχρηματοδοτήσουν το χρέος τους με εύλογα επιτόκια, πρέπει να κάνουν κάτι και για το τραπεζικό σύστημα.
Να όμως που οι τράπεζες της Ευρωζώνης, καθώς έρχονται αντιμέτωπες με την προοπτική να υποχρεωθούν να αντλήσουν πρόσθετα κεφάλαια σε μια συγκυρία όπου οι μετοχές τους διαπραγματεύονται σε κλάσμα μόνο της λογιστικής τους αξίας, έχουν όλα τα κίνητρα να συρρικνώσουν τους ισολογισμούς τους μειώνοντας τις πιστώσεις και τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια. Το τραπεζικό πρόβλημα και το πρόβλημα της κρίσης χρέους ενισχύουν το ένα το άλλο. Η πτώση των τιμών των κρατικών τίτλων έφερε στο φως τις τρύπες στα τραπεζικά κεφάλαια και η προοπτική ότι οι κυβερνήσεις θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν την αποκατάσταση της κεφαλαιακής βάσης των τραπεζών ενισχύει τα πρίμιουμ κινδύνου των κρατικών ομολόγων.
Οι χρηματοπιστωτικές αγορές περιμένουν πλέον με μεγάλη αγωνία την επόμενη κίνηση των Ευρωπαίων. Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι σίγουρο ότι απαιτείται η ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους της γιατί μια ανεξέλεγκτη χρεοκοπία μπορεί να οδηγήσει σε κατάρρευση. Η επόμενη κίνηση θα έχει μοιραίες συνέπειες. Είτε θα ηρεμήσει τις αγορές είτε θα τις οδηγήσει σε νέες ακρότητες.
Φοβάμαι πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες εξετάζουν κάποια ακατάλληλα βήματα. Μιλάνε για ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος και όχι για παροχή εγγυήσεων σε αυτό. Σχεδιάζουν να το κάνουν η κάθε χώρα για το δικό της σύστημα και όχι για την Ευρωζώνη σαν σύνολο. Υπάρχουν βέβαια λόγοι για όλα αυτά. Η Γερμανία δεν θέλει να πληρώσει την ανακεφαλαίωση των γαλλικών τραπεζών. Μπορεί να είναι δικαιολογημένη η επιμονή της Αγγέλα Μέρκελ αλλά την οδηγεί σε λάθος επιλογές.
Θα περιγράψω πιο συγκεκριμένα το στενό δρόμο που θα επιτρέψει στην Ευρώπη να βγει ζωντανή από το σημερινό ναρκοπέδιο. Σήμερα πρέπει να δοθούν εγγυήσεις στο τραπεζικό σύστημα και η ανακεφαλαίωσή τους να γίνει αργότερα. Δεν μπορούν τα κράτη αυτή τη στιγμή να δώσουν κεφάλαια στις τράπεζες. Αν το κάνουν θα βρεθούν με άκρως ανεπαρκή κεφάλαια προκειμένου να αντιμετωπίσουν την κρίση δημόσιου χρέους. Και θα κοστίσει πολύ λιγότερο στις κυβερνήσεις η ανακεφαλαίωση των τραπεζών όταν η κρίση θα έχει ξεπεραστεί και οι τραπεζικές μετοχές θα έχουν επιστρέψει σε πιο φυσιολογικά επίπεδα.
Οι κυβερνήσεις μπορούν ωστόσο να παράσχουν εγγυήσεις στις τράπεζες και αυτές οι εγγυήσεις τους θα είναι αξιόπιστες επειδή έχουν την δυνατότητα της φορολογίας. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα χρειαστεί μια νομικά δεσμευτική συμφωνία στην Ευρωζώνη, η οποία θα απαιτήσει χρόνο ώσπου να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις και η επικύρωσή της. Εν τω μεταξύ όμως το έργο αυτό μπορεί να το αναλάβει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που διαθέτει τις πλήρεις εγγυήσεις των κρατών μελών. Δεν μιλάμε για αλλαγές στη συνθήκη της Λισσαβόνας αλλά για μια νέα συμφωνία – η αλλαγή των συνθηκών θα προσκρούσει σε πολλά προβλήματα.
Σε αντάλλαγμα για τις εγγυήσεις που θα τους παρασχεθούν οι μεγάλες τράπεζες θα πρέπει να συμφωνήσουν ότι θα συμμορφώνονται με τις οδηγίες της ΕΚΤ. Πρόκειται για ένα βήμα ριζοσπαστικό, πλην όμως απαραίτητο υπό τις παρούσες περιστάσεις. Ενεργώντας για λογαριασμό των κρατών μελών η κεντρική τράπεζα διαθέτει επαρκείς εξουσίες πειθούς. Μπορεί κάλλιστα να αρνηθεί τη χρηματοδότηση σε όσες τράπεζες αρνηθούν να συνεργαστούν μαζί της – και τότε αυτές τις τράπεζες θα τις αναλάβουν τα κράτη.
Η ΕΚΤ θα ζητήσει κατόπιν από τις τράπεζες να διατηρήσουν τις πιστωτικές τους γραμμές και τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια ενώ η ίδια θα παρακολουθεί αυστηρά τους κινδύνους που αναλαμβάνουν για λογαριασμό τους. Αυτό θα μας απαλλάξει από μια βασική κατευθυντήρια δύναμη της σημερινής αναταραχής στις αγορές.
Η άλλη κατευθυντήρια δύναμη αναταραχής – η έλλειψη κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση του δημόσιου χρέους – μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη μείωση του αναχρηματοδοτικού επιτοκίου της ΕΚΤ και την από μέρους της κεντρικής τράπεζας προτροπή προς τις χώρες που αντιμετωπίζουν δυσκολίες να χρηματοδοτούνται με βραχυπρόθεσμα έντοκα γραμμάτια και να τα προωθούν στις τράπεζες που θα τα προσυπογράφουν. Οι τίτλοι αυτοί μπορούν στη συνέχεια να δίνονται ανά πάσα στιγμή στην κεντρική τράπεζα, έτσι ώστε να μετρούν σαν μετρητά. Όσον καιρό οι βραχυπρόθεσμοι αυτοί τίτλοι θα αποδίδουν περισσότερο από τις καταθέσεις στην ΕΚΤ, οι τράπεζες θα βρίσκουν επωφελή τη διακράτησή τους. Με τον τρόπο αυτό οι κυβερνήσεις θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις χρηματοδοτικές τους ανάγκες εντός συμφωνημένων ορίων με πολύ χαμηλό κόστος για όσο καιρό κρατάει η κρίση και μάλιστα χωρίς να έχει παραβιαστεί το άρθρο 123 της Συνθήκης της Λισσαβόνας. Οφείλω αυτή την ιδέα στον Τομάζο Παντόα Σιόπα.
Αυτά τα μέτρα αρκούν για να ηρεμήσουν τις αγορές και να φέρουν το τέλος της οξείας φάσης της κρίσης. Η ανακεφαλαίωση των τραπεζών θα πρέπει να περιμένει για μετά. Μόνο οι τρύπες που θα δημιουργηθούν από την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους πρέπει να καλυφθούν άμεσα. Σε συμφωνία με το αίτημα του Βερολίνου, τα πρόσθετα κεφάλαια πρέπει να προέλθουν καταρχήν από την αγορά και στη συνέχεια από τις εθνικές κυβερνήσεις. Μόνο σε περίπτωση ανάγκης θα συμμετάσχει ο ευρωπαϊκός μηχανισμός. Αυτό θα επιτρέψει και τη διατήρηση της δανειοδοτικής ισχύος του.
Μια νέα συμφωνία για την Ευρωζώνη, που θα γίνει αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε μια πιο ήρεμη ατμόσφαιρα, θα πρέπει να κωδικοποιήσει όχι μόνο τις πρακτικές που καθιερώθηκαν κατά τη διάρκεια της σημερινής κατάστασης έκτακτης ανάγκης αλλά και να ανοίξει το δρόμο για μια στρατηγική ανάπτυξης. Κατά την περίοδο έκτακτης ανάγκης η δημοσιονομική σύσφιξη και η λιτότητα είναι αναπόφευκτες. Αλλά το βάρος του χρέους δεν θα γίνει βιώσιμο δίχως ανάπτυξη στη μακρά διάρκεια – ούτε και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό θα μας φέρει μπροστά σε μια σειρά από νέα, δύσκολα αλλά όχι και αξεπέραστα προβλήματα.
-
- Το Γνωρίζατε;
-
- Το στρες καθυστερεί την επούλωση των τραυμάτων.
Πώς η Ευρωζώνη θα βγει από το ναρκοπέδιο
Συντονιστής: Agrafos