“Εν τω μεταξύ στην Ευρώπη τα πράγματα έχουν διαμορφωθεί έτσι ώστε, η κυρία καγκελάριος αποφασίζει μόνη της - ενώ στο τέλος ο Γάλλος πρόεδρος (ο μπάτλερ της κατά κάποιον τρόπο), συγκαλεί μία συνέντευξη Τύπου, για να ανακοινώσει τις αποφάσεις της” (Romano Prodi).
Ανάλυση
Η νέα σύνοδος κορυφής τελείωσε, τα χρηματιστήρια ως συνήθως «πανηγυρίζουν» την πρώτη ημέρα, οι αισιόδοξες αναφορές ευρίσκονται στο προσκήνιο, κυριαρχούν καλύτερα, ενώ οι «αριθμοί» εμφανίζονται όσο το δυνατόν περισσότερο «ωραιοποιημένοι». Εξωτερικά φαίνεται ότι, η κυρία Merkel (πολιτική) κέρδισε τον κύριο Ackermann (τράπεζες), πως η Ελλάδα «κατάφερε» τελικά να μην χρεοκοπήσει «επίσημα», χάρη στη βοήθεια της Ευρωζώνης (επέλεξε τελικά την υποταγή από τη φτώχεια), ενώ ότι η Ιταλία αναγκάσθηκε να συμβιβαστεί, αναγγέλλοντας αύξηση του χρόνου συνταξιοδότησης και νέα μέτρα λιτότητας.
Εκτός αυτών, φαίνεται ότι το Ευρώ παρέμεινε σταθερό στη θέση του, πως η Ευρωζώνη έκανε ένα ακόμη θετικό βήμα προς το μέλλον, καθώς επίσης ότι το ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (EFSF) θα ενισχυθεί με τη βοήθεια της μόχλευσης - παράλληλα με την ανακεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών τραπεζών, ύψους 106 δις € (αντί 200 δις €, όπως είχε υπολογίσει το ΔΝΤ), έτσι ώστε να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν με τη διαγραφή του Ελληνικού χρέους.
Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, οι γερμανικές θα χρειασθούν 5,2 δις € νέα κεφάλαια, οι ελληνικές 30 δις €, οι ισπανικές 26,16 δις €, οι ιταλικές 14,77 δις € και οι γαλλικές 8,84 δις € - με χρονικό περιθώριο τον Ιούνιο του 2012. Είναι όμως όλα τόσο καλά, όσο φαίνονται με την πρώτη, «ερασιτεχνική» ματιά, ή μήπως υπάρχουν κάποιες «θολές» καταστάσεις, αμφιβολίες ίσως και κίνδυνοι, οι οποίοι οφείλουν να προσεχθούν;
Κλείνοντας τη μικρή εισαγωγή μας, οφείλουμε να προσθέσουμε ότι, ουσιαστικά πρόκειται για μία απόπειρα χρεοκοπίας (αυτοκτονίας) της Ελλάδας, εκ μέρους της Ευρωζώνης και ερήμην της κυβέρνησης της, αφού η ενδεχόμενη ολοκλήρωση της θα ακολουθήσει, εάν και εφόσον συμφωνήσουν οι τράπεζες-δανειστές της, καθώς επίσης όταν ολοκληρωθεί η ανταλλαγή των ομολόγων (Ιανουάριος του 2012).
Η ΕΛΛΑΔΑ
Όπως όλοι γνωρίζουμε, το δημόσιο χρέος της χώρας μας ήταν «μόλις» 260 δις € στα τέλη του 2008, έναντι ΑΕΠ ύψους περίπου 240 δις € - στο 110% δηλαδή του ΑΕΠ μας. Σήμερα, μετά από τρία σχεδόν χρόνια συνεχιζόμενης ύφεσης, ειδικά μετά την κατάληψη της χώρας μας από το ΔΝΤ, το δημόσιο χρέος μας πλησιάζει τα 370 δις €, έναντι ενός ΑΕΠ, το οποίο πιθανότατα θα είναι της τάξης των 210 δις € - επομένως, τέλη του 2011, το χρέος θα αποτελούσε περίπου το 175% του ΑΕΠ.
Στον Πίνακα Ι που ακολουθεί, φαίνεται η κατανομή του χρέους και της (πιθανής, αφού οι τράπεζες δεν δεσμεύονται από τις διαπραγματεύσεις του συνδέσμου τους – του IIF δηλαδή) διαγραφής του:
ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Οι «μεριδιούχοι» του δημοσίου χρέους, η διαγραφή και το υπόλοιπο – αριθμοί κατά προσέγγιση, τέλη του 2011.
Δανειστές | Ποσόν | Διαγραφή | Υπόλοιπο |
ΕΚΤ | 60,00 | - | 60,00 |
Τρόικα* | 65,00 | - | 65,00 |
Έντοκα Γραμμάτια** | 15,00 | - | 15,00 |
Άλλα δάνεια** | 20,00 | - | 20,00 |
Έλληνες Πιστωτές*** | 110,00 | 50% | 55,00 |
Ξένοι πιστωτές | 100,00 | 50% | 50,00 |
Σύνολα | 370,00 | 29% | 265,00 |
** Δεν υπόκεινται σε διαγραφή, εξ όσων τουλάχιστον γνωρίζουμε (Τράπεζα Πειραιώς).
*** Αποτελούν περίπου το 30% του συνόλου (τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, ιδιώτες κλπ.)
Σημείωση: Το εντυπωσιακό κατά την άποψη μας είναι το γεγονός ότι, η ΕΚΤ δεν θα προβεί σε διαγραφή, παρά το ότι έχει αγοράσει ομόλογα του δημοσίου μας σε πολύ χαμηλές τιμές – επομένως, το ότι θα κερδοσκοπήσει εις βάρος μας και προς όφελος των μετόχων της.
Σύμφωνα με τον Πίνακα Ι, ο μέσος όρος της διαγραφής επί του συνολικού χρέους υπολογίζεται στο 29% - ενώ θα διαγραφούν περίπου 105 δις €, εάν φυσικά συμφωνήσουν όλοι οι πιστωτές μας. Πρακτικά λοιπόν, έως τον Ιανουάριο του 2012, θα αντικατασταθούν τα παλαιά ομόλογα με νέα, χαμηλότερης ονομαστικής αξίας κατά 50% και με ένα (μικρότερο) επιτόκιο της τάξης του 4,5% (αφού, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις, οι τόκοι θα μειωθούν στα 12 δις €, από 17 δις € σήμερα).
Παράλληλα, τα τοκοχρεολύσια θα εξοφλούνται από έναν νέο δανεισμό της Τρόικας ύψους 130 δις €, ενώ τα πρωτογενή ελλείμματα του προϋπολογισμού μας (προ τόκων και χρεολυσίων, τα τρέχοντα δηλαδή του δημοσίου), θα πρέπει να πάψουν να υπάρχουν – αφού δεν θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν, όπως ακριβώς συμβαίνει και στην περίπτωση της χρεοκοπίας-στάσης πληρωμών, οπότε θα πρέπει να καλυφθούν από νέους φόρους (τα ελλείμματα του εξωτερικού ισοζυγίου μας επίσης θα περιορισθούν, αφού για τις εισαγωγές μας θα απαιτείται πλέον πληρωμή μετρητοίς – γεγονός που πιθανότατα θα προκαλέσει τεράστιες ελλείψεις προϊόντων στη αγορά, πρώτων υλών, ενέργειας, φαρμάκων, χρεοκοπίες εισαγωγικών επιχειρήσεων κλπ).
Από τα 105 δις € τώρα, τα οποία θα «χαρισθούν» στην Ελλάδα, τα 55 δις € ανήκουν σε Έλληνες – με αποτέλεσμα να υπάρξει ανάγκη ανακεφαλαιοποίησης τόσο των τραπεζών μας (κάποιες από τις οποίες μάλλον δεν θα αποφύγουν την Ευρωκρατικοποίηση), όσο και των ασφαλιστικών ταμείων μας. Ουσιαστικά λοιπόν θα πληρωθούν έμμεσα από εμάς τους ίδιους, ενώ οι ξένες τράπεζες, στο σύνολο τους, θα διαγράψουν «μόλις» 50 δις €.
Περαιτέρω, αφού δεν ανακοινώθηκε κανένα απολύτως μέτρο ανάπτυξης της οικονομίας μας, η ύφεση θα συνεχισθεί – με αποτέλεσμα να μειωθεί το ΑΕΠ μας στα 200 δις € περίπου το 2012. Επομένως, το χρέος μας το 2012 θα αποτελεί το 132,5% του ΑΕΠ μας, συν τα νέα ελλείμματα – ενώ το δημόσιο θα πρέπει να ενισχύσει τράπεζες και ασφαλιστικά ταμεία με τουλάχιστον 40 δις €, τα οποία θα δανεισθεί από το EFSF (πιθανολογούμε ότι, το χρέος θα φτάσει τέλη του 2012, εάν συμφωνήσουν όλες οι ξένες τράπεζες στη διαγραφή του 50%, καθώς επίσης εάν ενισχυθούν οι δικές μας και τα ταμεία, στα 320 δις € ή στο 160% του τότε ΑΕΠ μας – περίπου στα ίδια επίπεδα δηλαδή με σήμερα).
Εκτός αυτού οι τράπεζες μας, κυρίως οι μεγαλύτερες, στην προσπάθεια τους να αποφύγουν την κρατικοποίηση, θα θελήσουν να μειώσουν τις κεφαλαιακές ανάγκες τους, περιορίζοντας τις ήδη χαμηλές πιστώσεις τους στις Ελληνικές επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά. Επομένως, η χώρα μας θα οδηγηθεί σε μία νέα, μεγαλύτερη πιστωτική παγίδα, η οποία θα υποχρεώσει πολλές υγιείς επιχειρήσεις να χρεοκοπήσουν – με δυσμενή αποτελέσματα για την ανεργία («εκβάλλει» στα ελλείμματα), για τις επενδύσεις, για τη διατήρηση του όποιου παραγωγικού ιστού μας έχει απομείνει, για τα δίδυμα ελλείμματα (προϋπολογισμός, εξωτερικό ισοζύγιο), για τα έσοδα του δημοσίου κλπ.
Ακόμη όμως και αν η ύφεση δεν επιδεινωθεί, εάν απλά διαμορφωθεί δηλαδή ως έχει προβλεφθεί (-2%) τον επόμενο χρόνο, η Ελλάδα θα υποχρεωθεί πλέον να εγκαταλείψει μόνη της την Ευρωζώνη, αφού δεν θα έχει πια καμία δυνατότητα να διαχειριστεί τη κρίση χρέους και δανεισμού – ειδικά όταν καίγονται καθημερινά χρήματα και συρρικνώνεται συνεχώς η ποσότητα τους. Επομένως, η καταναγκαστική επιστροφή στο σενάριο της δραχμής, χωρίς κανένα πλεονέκτημα πλέον, γίνεται πολύ πιο πιθανή – ειδικά όταν η Ευρωζώνη απαιτεί πρωτογενές πλεόνασμα από την Ελλάδα, για να συνεχίσει να την δανείζει.
Σε γενικές γραμμές λοιπόν η κυβέρνηση «επέλεξε» τη λύση της χρεοκοπίας για να «εξοικονομήσει» 50 δις € - με μάλλον δυσανάλογα ανταλλάγματα (για παράδειγμα, την παραχώρηση της εθνικής μας κυριαρχίας, την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας, τη λεηλασία της ιδιωτικής, τον εξευτελισμό των Ελλήνων, τη «μήνη» των αγορών, τη συνέχιση της καταστροφικής πολιτικής λιτότητας, την εξαθλίωση του πληθυσμού κλπ.), καθώς επίσης με τεράστιους κινδύνους. Επομένως, πρόκειται για μία «Πύρρειο χρεοκοπία» - μία χρεοκοπία δηλαδή με όλα τα αρνητικά της επακόλουθα και χωρίς κανένα από τα θετικά.
Η ΕΥΡΩΖΩΝΗ
Η Γερμανίδα καγκελάριος φαίνεται ότι κατάφερε να χρησιμοποιήσει ακόμη μία φορά την Ελλάδα, αφενός μεν σαν πειραματόζωο στην αντιπαράθεση της με τις αγορές, αφετέρου για τον εκφοβισμό των υπολοίπων «εταίρων» της - έτσι ώστε να συνεχίσουν να υποτάσσονται στις εντολές της, θέλοντας να αποφύγουν τα Ελληνικά δεινά. Παράλληλα, η πρωσική Γερμανία της κυρίας Merkel απόφυγε ξανά την απαίτηση αποπληρωμής των Γερμανικών επανορθώσεων – προσφέροντας ακόμη μία φορά στην κυριολεξία «ψίχουλα» (οι τράπεζες της θα επιβαρυνθούν μόλις με 5,2 δις €).
Από την άλλη πλευρά, η δήθεν «νίκη» της τευτονοκρατούμενης Ευρωζώνης απέναντι στις αγορές, μόνο σαν «πύρρειος» μπορεί να χαρακτηρισθεί – αφού υποθέτουμε ότι, οι αγορές θα επανέλθουν σύντομα, πολύ πιο έμπειρες και ισχυρές, στις μάχες της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Γαλλίας, οι οποίες τελικά θα κρίνουν τη βιωσιμότητα ή μη του κοινού νομίσματος.
Η καγκελάριος, αυτή τη φορά, δεν είχε κανένα πρόβλημα να αναλάβει το ρίσκο μίας Ελληνικής, ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας ερήμην της κυβέρνησης μας – αφού η οικονομία της χώρας της θα επηρεαζόταν ελάχιστα, ενώ θα άξιζε το «μάθημα» για τους υπόλοιπους «εταίρους» της. Έτσι λοιπόν, κατάφερε με σχετική ευκολία να εκβιάσει τους εκπροσώπους των τραπεζών,υποχρεώνοντας τους να δεχθούν την προτεινόμενη διαγραφή για να μην χάσουν το σύνολο των επενδυμένων κεφαλαίων τους – κάτι που, πολύ σωστά, δεν το αξιολόγησαν ως «μπλόφα» οι αγορές.
Την επόμενη φορά όμως, όταν θα διακυβεύεται πολύ σοβαρά το μέλλον ολόκληρης της Ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, λόγω της πιθανής άρνησης των αγορών να δανείσουν με λογικά επιτόκια την Ιταλία ή την Ισπανία, έχουμε την άποψη ότι, η καγκελάριος δεν θα είναι σε θέση να αναλάβει το ρίσκο. Υποθέτουμε λοιπόν πως, αυτή τη φορά δεν ήταν η Α.Merkel αυτή που «μπλοφάριζε», αλλά οι αγορές – οι οποίες θυσίασαν 50 δις € (εάν τελικά συμφωνήσουν), για να κερδίσουν πολύ περισσότερα στο μέλλον.
Στην περίπτωση αυτή βέβαια ο ηττημένος θα είναι δυστυχώς ο ευρωπαίος φορολογούμενος, ο οποίος θα αναγκασθεί να αυξήσει ξανά το «πακέτο» του μηχανισμού στήριξης – όπως ακριβώς συμβαίνει και στα τυχερά παιχνίδια, όπου ο πλούσιος αντίπαλος οδηγείται σε μία όλο και μεγαλύτερη παρτίδα, η οποία θα του κοστίσει τελικά όλα όσα κατέχει.
Φυσικά η κυρία Merkel γνωρίζει το ρίσκο που ανέλαβε, αφού τονίζει συνεχώς ότι, η Ελλάδα είναι μία ειδική περίπτωση, η οποία δεν έχει τίποτα κοινό με τις υπόλοιπες χώρες. Ίσως όμως οι αγορές να έχουν διαμορφώσει τη δική τους άποψη, η οποία δεν είναι η ίδια – πόσο μάλλον αφού όλοι πλέον γνωρίζουμε ότι, η Ελλάδα είναι πάμπλουτη, δεν είναι χρεοκοπημένη, ενώ οδηγήθηκε στο «ικρίωμα» αποκλειστικά και μόνο από την Πολιτική της, χωρίς καμία απολύτως λογική αιτία.
Συνεχίζοντας, η τευτονοκρατούμενη ηγεσία της Ευρωζώνης θέλει να πείσει τις αγορές ότι, ο κίνδυνος «μετάστασης» της Ελληνικής κρίσης στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν είναι υπαρκτός - επειδή ο μηχανισμός στήριξης (EFSF) θα αυξήσει τα κεφάλαια του στο 1-2 τρις €, με τη βοήθεια της μόχλευσης, οπότε θα είναι σε θέση να ανταπεξέλθει με ενδεχόμενα προβλήματα δανεισμού της Ισπανίας, της Γαλλίας ή της Ιταλίας. Κατά την άποψη μας όμως, οι επενδυτές θα εμπιστευθούν πολύ δύσκολα κάτι τέτοιο – πόσο μάλλον όταν ο μηχανισμός αυτός είναι εξαιρετικά «δυσκίνητος», αφού όλες οι χώρες-μέλη θα πρέπει να συμφωνούν με κάθε πρόγραμμα βοήθειας, μετά από αποφάσεις των Κοινοβουλίων τους.
Ένα επόμενο πρόβλημα θα προέλθει από τις ίδιες τις διασωθείσες τράπεζες, οι οποίες στο μέλλον θα προσέχουν πολύ περισσότερο τις χορηγήσεις τους στην πραγματική οικονομία – έτσι ώστε να έχουν αποθεματικά για την αντιμετώπιση ενδεχομένων απωλειών, όπως συνέβη με την Ελλάδα. Υπό αυτό το πρίσμα, οι αποφάσεις της συνόδου κορυφής είναι η καλύτερη ίσως συνταγή για την πρόκληση μίας νέας πιστωτικής παγίδας, η οποία θα επιδεινώσει την ύφεση στην Ευρώπη.
Ειδικότερα, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μπορεί να προέλθει είτε από την αύξηση των αποθεματικών τους μέσω της μικρότερης διανομής κερδών, είτε από την έκδοση νέων μετοχών – κάτι που οι ηγέτες της Ευρωζώνης φαντάζονται ότι θα επιλεχθεί από τις τράπεζες. Εν τούτοις, οι επενδυτές διεθνώς δεν φαίνονται διατεθειμένοι σήμερα να αγοράσουν μετοχές τραπεζών. Ακριβώς για το λόγο αυτό προτάθηκε εναλλακτικά η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από το EFSF - για την περίπτωση αδυναμίας να αυξήσουν μόνες τους τα κεφάλαια τους.
Επειδή όμως η βοήθεια στην αύξηση κεφαλαίου εκ μέρους των κρατών συνδέεται συνήθως με απαιτήσεις (μειώσεις μισθών, προμηθειών, κρατικοποιήσεις κλπ.), οι οποίες δεν είναι ευχάριστες για τις τράπεζες, θα προσπαθήσουν πιθανότατα να την αποφύγουν - αφού υπάρχει και άλλος δρόμος αύξησης της κεφαλαιακής τους επάρκειας.
Οι τράπεζες λοιπόν θα επιδιώξουν πιθανότατα να περιορίσουν το πιστωτικό ρίσκο τους, το οποίο μειώνει την κεφαλαιακή τους επάρκεια, πουλώντας τα επικίνδυνα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας ή ελαχιστοποιώντας το δανεισμό των επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα του συνδυασμού των παραπάνω επιλογών τους είναι προφανώς η αδυναμία δανεισμού των κρατών, η αύξηση των επιτοκίων, μία νέα πιστωτική παγίδα των επιχειρήσεων κλπ. – ενώ όλα μαζί θα «εκβάλλουν» τελικά σε μία καταστροφική ύφεση, η οποία θα οδηγήσει την Ευρώπη σε μία νέα, οδυνηρότερη χρηματοπιστωτική κρίση.
Περαιτέρω η υπερχρέωση, καθώς επίσης οι μεγάλες οικονομικές ανισότητες εντός της Ευρωζώνης, δεν μπορούν να καταπολεμηθούν μόνο με χρηματοπιστωτικά τεχνάσματα ή με μηχανισμούς στήριξης – αφού απαιτούνται εθνικές προσπάθειες. Εν τούτοις, μόνο οι εθνικές προσπάθειες επίσης δεν αρκούν, αφού από τη στιγμή και μετά που η Ευρωζώνη επέτρεψε τη χρεοκοπία εντός των συνόρων της, όπως συνέβη στις 26.10.2011 με την Ελλάδα, τα κράτη-μέλη της είναι εντελώς ανοχύρωτα απέναντι στις επιθέσεις των αγορών.
Αναλυτικότερα, κάθε ανεξάρτητο κράτος έχει τη δυνατότητα να απευθυνθεί στην κεντρική του τράπεζα, έτσι ώστε να ανταπεξέλθει οικονομικά στην περίπτωση που οι αγορές αδυνατούν να το χρηματοδοτήσουν – σκόπιμα, με στόχο τα υψηλότερα επιτόκια, ή από υπερβολικό φόβο απώλειας των επενδύσεων τους, λόγω της πιθανολογούμενης χρεοκοπίας του κράτους-οφειλέτη τους.
Οι χώρες της Ευρωζώνης όμως δεν έχουν αυτό το μηχανισμό προστασίας - αφού δεν διαθέτουν κεντρική τράπεζα, το ταμείο σταθερότητας δεν μπορεί να αναλάβει αυτό το ρόλο, ενώ η έκδοση ευρωομολόγων, εγγυημένων από όλους μαζί, δεν φαίνεται πολιτικά εφικτή. Εκτός αυτού, έχουν χάσει πλέον την εμπιστοσύνη των αγορών, οι οποίες μέχρι σήμερα ήταν σίγουρες ότι, δεν θα επιτρεπόταν σε καμία χώρα-μέλος να χρεοκοπήσει, αφού θα ενισχυόταν από όλες τις υπόλοιπες (κοινοτική αλληλεγγύη).
Αυτό που τους απομένει λοιπόν είναι, όπως προηγουμένως, η ΕΚΤ, η οποία μάλλον θα συνεχίσει να δραστηριοποιείται μη συμβατικά στη δευτερογενή αγορά, χωρίς όμως να μπορεί να επιλύσει ριζικά το πρόβλημα – όπως αποδείχθηκε από τη χρεοκοπία της Ελλάδας. Δυστυχώς για όλους μας, η Γαλλία απέτυχε ακόμη μία φορά να επιβάλλει τις δικές της προτάσεις – οι οποίες προέβλεπαν, πολύ σωστά, την απεξάρτηση των κρατών της Ευρωζώνης από τις αγορές και τη χρηματοδότηση τους από μία δημόσια τράπεζα, η πολιτική χρήματος της οποίας (επιτόκια κλπ.) θα ήταν προς όφελος του συνόλου.
Κλείνοντας, υπάρχουν αρκετοί στη Γερμανία οι οποίοι υποστηρίζουν ότι, η κυρία Merkel δεν αντιπαρατίθεται με τις αγορές, επειδή είναι δικό τους «πιόνι» – ο πολιτικός τους, έμμισθος υπάλληλος. Επομένως ότι, όλα όσα συμβαίνουν είναι «τεχνάσματα», τα οποία κρύβουν την οδυνηρή πραγματικότητα της επιδιωκόμενης παγκόσμιας διακυβέρνησης εκ μέρους της ελίτ.
Η πεποίθηση τους αυτή στηρίζεται στο ότι, τα τελευταία είκοσι χρόνια στη Γερμανία, η ιδιωτική περιουσία αυξήθηκε από 1,8 τρις € στα 4 τρις € - παράλληλα με την αύξηση του δανεισμού του δημοσίου, από 600 δις € στα 2 τρις €. Επομένως θεωρείται πως τόσο η κυρία Merkel, όσο και οι προκάτοχοι της, προστάτευαν και προστατεύουν τις τράπεζες και το Καρτέλ – με την έννοια του ότι, «τα χρέη του κράτους αυξάνουν την περιουσία των πλουσίων». Αν και είναι δύσκολο να αποδειχθεί κάτι τέτοιο, αξίζει εν τούτοις την προσοχή μας – αφού δεν τεκμηριώνεται τόσο εσφαλμένα.
ΟΙ Η.Π.Α.
Η υπερδύναμη, μέσω κυρίως του ΔΝΤ, αλλά και των πιέσεων του προέδρου Obama προς την πολιτική ηγεσία της Ευρωζώνης (Γερμανία), ήταν παρούσα σε όλες τις διαπραγματεύσεις της συνόδου κορυφής. Εκ των πραγμάτων, στόχος της ήταν η χρεοκοπία μίας χώρας της Ευρωζώνης, η οποία θα είχε σαν αποτέλεσμα την απώλεια της οικονομικής ανεξαρτησίας ολόκληρης της νομισματικής ένωσης και τη διάλυση της – την αρχή του τέλους του κοινού νομίσματος, με τη βοήθεια του Ελληνικού Δούρειου Ίππου.
Η πιθανή αντίθετη εξέλιξη, η δημοσιονομική και πολιτική ένωση της Ευρωζώνης δηλαδή, η οποία θα ισχυροποιούσε την Ευρώπη,δεν ήταν προς το συμφέρον των Η.Π.Α. – ειδικά επειδή ευρίσκονται σε έντονη πορεία παρακμής, έχοντας τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα.
Περαιτέρω, αν και οι διεργασίες της συνόδου επικεντρώθηκαν θεωρητικά στην Ελλάδα, οφείλει κανείς να παρατηρήσει ότι, για πρώτη φορά οι χώρες της Ευρωζώνης διαφοροποιήθηκαν εξ ολοκλήρου από τις υπόλοιπες της ΕΕ – στις οποίες δεν επετράπη ουσιαστικά να συμμετέχουν στις κρίσιμες αποφάσεις. Επομένως συμπεραίνουμε ότι, η ΕΕ έχει πλέον χάσει τη σημασία της, ευρισκόμενη σε πορεία διάλυσης – παράλληλα με την «διάβρωση» της Ευρωζώνης, η οποία αργά ή γρήγορα θα ακολουθήσει την ίδια πορεία.
Αυτό λοιπόν που στην ουσία συνέβη σίγουρα στη σύνοδο κορυφής, είναι η απόλυτη επικράτηση των Η.Π.Α. στην Ευρώπη,μέσα από την απαίτηση του ΔΝΤ για διαγραφή μέρους του χρέους της Ελλάδας – γεγονός στο οποίο συνέβαλλε ο πρωθυπουργός μας, με ή χωρίς τη θέληση του.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
“Οι δυσοίωνες προβλέψεις δεν έχουν στόχο να διασπείρουν την απαισιοδοξία ή τον πανικό, αλλά να αποφευχθούν τα λάθη και να μην γίνουν πραγματικότητα – επίσης, να κινητοποιήσουν τους Πολίτες όλων των χωρών, ειδικά τους Έλληνες, οι οποίοι πρέπει να πάψουν να εμπιστεύονται το μέλλον τους στις κυβερνήσεις-υπαλλήλους των τραπεζών ή/και των σκιωδών οργανώσεων της παγκόσμιας ελίτ”.
Κατά την άποψη μας, ευχόμενοι φυσικά να κάνουμε λάθος, ο μεγάλος χαμένος της συνόδου κορυφής δεν ήταν μόνο η Ελλάδα, αλλά ολόκληρη η Ευρώπη. Ειδικά όσον αφορά τη χώρα μας, χωρίς καμία διάθεση απαισιοδοξίας ή πολιτικής κριτικής,επικράτησε τελικά το χειρότερο δυνατό σενάριο – η χρεοκοπία της δηλαδή, με όλα όσα δεινά τη συνοδεύουν, χωρίς τα κάποια πλεονεκτήματα μίας στάσης πληρωμών, η οποία θα μηδένιζε, έστω για κάποιο χρονικό διάστημα αναπροσαρμογής, τα βάρη του χρέους.
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα συμφώνησε δυστυχώς σε μία «λύση», την οποία δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί στο μέλλον – αφού είναι αδύνατον να μηδενίσει τα πρωτογενή ελλείμματα της χωρίς ανάπτυξη ή να ανταπεξέλθει με τόκους της τάξης των 12 δις €, οι οποίοι θα έχουν στη συνέχεια ανοδική πορεία, ανάλογη της αύξησης του χρέους (πόσο μάλλον με τα χρεολύσια, με τις δόσεις των δανείων της δηλαδή).
Εάν η Ελλάδα είχε επιδιώξει την έντιμη αναδιάρθρωση του χρέους της, χωρίς καμία απολύτως διαγραφή του, με επιτόκιο της τάξης του 1,5% (5,5 δις € ετήσιοι τόκοι) και με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής του για 40-50 έτη, παράλληλα με τις επενδύσεις και την τεχνική στήριξη όλων των ευρωπαϊκών χωρών (όχι μόνο της Γερμανίας) στα σημεία που υποφέρει (οργάνωση του δημοσίου κλπ.), το πρόβλημα της οικονομίας της θα είχε λυθεί.
Δυστυχώς, σκόπιμα εκ μέρους της κυβέρνησης της ή μη, η Ελλάδα ακολούθησε έναν εντελώς αυτοκαταστροφικό δρόμο, ο οποίος ουσιαστικά αναβάλλει και αυξάνει παράλληλα τα δεινά μίας «ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας», η οποία θα συνδεθεί ταυτόχρονα με την έξοδο από το Ευρώ και την αναγκαστική επιστροφή στη δραχμή – ένα κατά τη γνώμη μας εφιαλτικό σενάριο.
Η μοναδική μας ελπίδα είναι δυστυχώς να προηγηθεί η διάλυση της Ευρωζώνης και η επιστροφή όλων των χωρών-μελών της από κοινού στα εθνικά τους νομίσματα - κάτι πολύ πιθανόν, μετά από την προβλεπόμενη επίθεση των αγορών στην Ιταλία, στην Ισπανία και στη Γαλλία. Όσον αφορά τα παραπλανητικά «εύσημα» των Ευρωπαίων στην Ιρλανδία και στην Πορτογαλία, έτσι ώστε να πεισθούν οι αγορές ότι, η χρεοκοπία της Ελλάδας είναι μία ειδική περίπτωση, δύσκολα θα έχουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Συνεχίζοντας, αν και το να εύχεσαι μία μεγάλη καταστροφή των άλλων για να αποφύγεις τη δική σου δεν είναι ότι καλύτερο, έχουμε την άποψη ότι, οι ενοχές δεν είναι δικές μας – αλλά όλων αυτών, οι οποίοι οδήγησαν την πάμπλουτη, πολλαπλά προικισμένη χώρα μας, δόλια και χωρίς καμία απολύτως οικονομική αιτία, στον σημερινό αυτοκαταστροφικό μονόδρομο.
Ολοκληρώνοντας υπενθυμίζουμε ότι, κατά την πάγια τακτική των παιδιών του Σικάγου, αφού όλα τα κρίσιμα νομοσχέδια και οι σοβαρές αποφάσεις περάσουν από μία «μεταβατική κυβέρνηση» (η οποία θα εισπράξει όλη την οργή των «υπηκόων» της), χωρίς ως συνήθως να είναι κατοχυρωμένα από την απόλυτη πλειοψηφία (180 βουλευτές), θα ακολουθήσει αμέσως μετά η επόμενη κυβέρνηση «σωτηρίας» – η οποία, αφενός μεν θα τα κατοχυρώσει «τελεσίδικα», χωρίς μεγάλες αντιδράσεις από το «πλήθος», αφετέρου θα τα δρομολογήσει σταδιακά στην πράξη, διατηρώντας φυσικά όλα τα εγκληματικά μέτρα (με την εκλεπτυσμένη αιτιολογία ότι, το κράτος έχει συνέχεια και πρέπει να σεβόμαστε τα υπογεγραμμένα).
Όλα αυτά όπως στο «παράδειγμα» της Τουρκίας όπου, αφού ολόκληρη σχεδόν η πολιτική ηγεσία κατέρρευσε, μετά την από κοινού ψήφιση των νομοσχεδίων (για την λήψη των δόσεων του ΔΝΤ), εν μέσω μεγάλων κοινωνικών αναταραχών, ο σημερινός πρόεδρος της, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία αμέσως μετά, ήταν στην πραγματικότητα αυτός που ξεπούλησε τα πάντα στις πολυεθνικές, μοιράσθηκε διαχρονικά την εθνική κυριαρχία της Τουρκίας με τους εισβολείς, ενώ διατήρησε φυσικά τους μισθούς των 300 €.
Είναι προφανώς το χειρότερο, αλλά ταυτόχρονα το πιθανότερο σενάριο από όλα όσα μπορούν να μας συμβούν στη συνέχεια – ενώ πολύ δύσκολα θα το αποφύγουμε, εάν επιτρέψουμε να γίνει πράξη η πρόσφατη συμφωνία της κυβέρνησης σε σχέση με τη χρεοκοπία, εάν δεν διώξουμε αμέσως το ΔΝΤ και εάν δεν αποστασιοποιηθούμε από όλους όσους υποστηρίζουν τα προγράμματα του (άμεσα ή έμμεσα – με δήθεν αλλαγές δηλαδή).