• Το Γνωρίζατε;
  • Η χειραψία παλιά γινόταν για να δείχνει κανείς πως είναι άοπλος!

Η σημασία της βιταμίνης D στη ζωή μας

Συντονιστής: Agrafos

Άβαταρ μέλους
Admin
Διαχειριστής
Διαχειριστής
Χωρίς σύνδεση
Δημοσιεύσεις: 554
Εγγραφή: Σάβ 27 Ιουν 2009, 15:47
Γένος:
Ελλάδα

Η σημασία της βιταμίνης D στη ζωή μας

Δημοσίευση από Admin »


Παρά τις πολυάριθμες έρευνες, που αποδεικνύουν την σχέση μεταξύ της βιταμίνης D και του φάσματος ανάπτυξης, της αντιμετώπισης ασθενειών και της διατήρησης της κατάστασης καλής της υγείας μας, η ανεπάρκειά της φαίνεται να αποτελεί συνηθισμένο γεγονός.

Προερχόμενη εν μέρει από τη διατροφή, κύρια πηγή αυτής, είναι η μετατροπή της σε ενεργό μορφή, από την έκθεση στον ήλιο. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για σύμπλεγμα δύο βιταμινών, D2 και D3. Χημικά, είναι δύο λιποδιαλυτές αλκοόλες, που σχηματίζονται από την υπεριώδη ακτινοβολία (ηλιακό φως) επί των στερολών που υπάρχουν στο δέρμα.

Η βιταμίνη D, παίζει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση του ισοζυγίου ασβεστίου και φωσφόρου στον ορό. Σε ανεπάρκεια της βιταμίνης, παρατηρείται απορρόφηση μόνο 10 – 15% του διαιτητικού ασβεστίου και περίπου 60% του φωσφόρου. Για το λόγο αυτό, η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση και διατήρηση της οστικής πυκνότητας.

Γι’ αυτό η έλλειψή της συνδέεται με την οστεοπόρωση. Περίπου 33% των γυναικών ηλικίας 60 με 70 ετών και το 66% αυτών ηλικίας άνω των 80, έχουν οστεοπόρωση. Η επάρκεια βιταμίνης D ως μέσο πρόληψης κατά των καταγμάτων, έχει αποτελέσει αντικείμενο μελέτης πολλών ερευνών και έχουν οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D (περίπου 400μονάδες ημερησίως) σε συνδυασμό με την επαρκή πρόσληψη ασβεστίου, ενδεχομένως να έχει θετικά αποτελέσματα ως προς την πρόληψη καταγμάτων. Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτά απαιτούν περαιτέρω έρευνα.

Η μυϊκή αδυναμία αποτελεί εξίσου σύμπτωμα ανεπάρκειας βιταμίνης D. Ασθενείς με μη επακριβή μυϊκή αδυναμία, μυϊκό άλγος και πόνο, έχει βρεθεί ότι πάσχουν από ανεπάρκεια βιταμίνης D. Η εξασθενημένη μυϊκή λειτουργία, οδηγεί σε αυξημένο αριθμό πτώσεων, που μπορεί να προκαλέσουν κατάγματα γοφού.

Έχει βρεθεί ότι ο σκελετικός μυϊκός ιστός περιέχει υποδοχείς βιταμίνης D και ενδεχομένως να απαιτεί για την μέγιστη λειτουργία του, ποσότητες βιταμίνης D. Αυξημένες ποσότητες βιταμίνης D, έχει βρεθεί ότι βελτιώνουν την μυϊκή επίδοση και μέσω αυτού μειώνονται και τα περιστατικά πτώσεων που συνδέονται με αυτό.

Υπέρταση

Εκατομμύρια άνθρωποι πάσχουν από υπέρταση παγκοσμίως. Ανερχόμενα στοιχεία μελετών, τα τελευταία χρόνια, υποδεικνύουν μια σημαντική σχέση μεταξύ της βιταμίνης D και της αρτηριακής πίεσης. Έχουν βρεθεί επίσης, σε άτομα που λάμβαναν συμπληρώματα βιταμίνης D, χαμηλά επίπεδα αρτηριακής πίεσης. Ακόμη, η έκθεση του δέρματος στην ηλιακή ακτινοβολία UVB, την κύρια πηγή προέλευσης της βιταμίνης D, έχει συνδεθεί με χαμηλότερες τιμές αρτηριακής πίεσης. Βέβαια, περαιτέρω έρευνα απαιτείται και στον τομέα αυτό.

Η σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ) αποτελεί ένα αυτοάνοσο νόσημα, όπου το ανοσοποιητικό σύστημα του ατόμου «επιτίθεται» στη μυελίνη, μια ουσία –«κλειδί», με ρόλο νευροδιαβιβαστή, που βοηθά στη διαβίβαση των νευρικών σημάτων. Έχει βρεθεί πως η ΣΚΠ εμφανίζεται πιο συχνά σε ήπιο, παρά σε τροπικό κλίμα.

Μια πιθανή εξήγηση αποτελεί το γεγονός ότι η αύξηση της ποσότητας βιταμίνης D είναι αποτέλεσμα της έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία, ασκώντας έτσι προστατευτικό ρόλο. Έρευνες έχουν δείξει πως άτομα με ΣΚΠ έχουν και ανεπαρκή επίπεδα βιταμίνης D. Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστες είναι οι έρευνες πάνω στην χρήση της βιταμίνης D και την πρόληψη- θεραπεία της ΣΚΠ.

Η πρώτη έρευνα που απέδειξε πως η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία ενδεχομένως να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου, έγινε σχεδόν πριν επτά δεκαετίες. Η ανακάλυψη πως άτομα με ανεπάρκεια βιταμίνης D, έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ορισμένων μορφών καρκίνου, υποδεικνύει πως η ανεπάρκεια βιταμίνης D ενδεχομένως να εξηγεί τον πρόωρο θάνατο χιλιάδων ατόμων από καρκίνο, όπως εκείνου του εντέρου, του μαστού, των ωοθηκών, του προστάτη.

Η βιταμίνη D αποτελεί μια από τις ισχυρότερες ορμόνες που ευθύνονται για τη ρύθμιση της κυτταρικής ανάπτυξης. Έχει βρεθεί, πως πολλά είδη κυττάρων περιέχουν υποδοχείς βιταμίνης D. Αρκετές είναι οι έρευνες που υποδεικνύουν τον προστατευτικό ρόλο της επαρκούς ποσότητας βιταμίνης D και τον μειωμένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου.

Έχει καταγραφεί νωρίτερα, και από τη δεκαετία του ‘80, πως η ανεπάρκεια βιταμίνης D, εμποδίζει την παγκρεατική έκκριση και ανανέωση της ινσουλίνης, που ως αποτέλεσμα έχει τη μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη. Βρέθηκε συσχέτιση μεταξύ της χαμηλής UVB ακτινοβολίας, που οδηγεί σε χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D και της υψηλής συχνότητας εμφάνισης σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι, σε αντίθεση με τη μηδενική συχνότητα εμφάνισης αυτού σε περιοχές με υψηλή UVB ακτινοβολία.

Πέρα από τη θεραπεία και πρόληψη μεγάλου φάσματος νοσημάτων. Η βιταμίνη D έχει χρησιμοποιηθεί και για τη διαχείριση μικρών ανωμαλιών, με σκοπό την καλυτέρευση της ποιότητας ζωής.

Η εναλλαγή διάθεσης ανάμεσα στις εποχές, αποτελεί σύνηθες φαινόμενο με τις κρίσης άγχους και κατάθλιψης να αυξάνονται κατά τους χειμερινούς μήνες. Μια πιθανή εξήγηση αποτελεί η αλλαγή των επιπέδων βιταμίνης D3 κατά τη διάρκεια του χειμώνα.

Έχει βρεθεί ακόμη πως η βιταμίνη D παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και λειτουργία του εγκεφάλου. Η ευρεία κατανομή υποδοχέων βιταμίνης D στον εγκέφαλο, ενδεχομένως να συνεισφέρει σε αυτό. Έχει δειχτεί ότι η βιταμίνη D έχει την ικανότητα να επηρεάζει πρωτεΐνες γνωστές για την άμεση εμπλοκή τους στη διαδικασία της μάθησης, της μνήμης, της ρύθμισης των κινήσεων και ενδεχομένως στην κοινωνική και μητρική συμπεριφορά.

Διατηρώντας επαρκή επίπεδα βιταμίνης D κατά την εμβρυακή ζωή καθώς και μετέπειτα στα πρώτα χρόνια ζωής, εγγυάται την φυσιολογική μεταγραφική λειτουργία του υποδοχέα στον εγκέφαλο. Αυτό ενδεχομένως να αποτελεί καίριο σημείο για την ανάπτυξη του εγκεφάλου καθώς επίσης και για τη διατήρηση της πνευματικής λειτουργίας αργότερα.

Η ανεπάρκεια βιταμίνης D αποτελεί παγκόσμιο πρόβλημα. Παρά τη στενή συσχέτιση αυτής με την υγεία των ατόμων, η ανεπάρκειά της δεν είναι ευρέως αναγνωρίσιμη από τους γιατρούς και τους ασθενείς. Μεγαλύτερη επίγνωση του προβλήματος απαιτείται τόσο από τους ερευνητές και του γιατρούς, όσο και από τους ίδιους τους ασθενείς, ώστε να αποφθεχθούν μελλοντικά προβλήματα προερχόμενα από την ανεπάρκεια της βιταμίνης.

Επιστροφή στο “Υγεία”