Άλλαξε πολύ τα πράγματα η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση; Η απάντηση είναι: ναι.
Πρωτίστως, η κρίση επιτάχυνε την έλευση του μέλλοντός μας. Ακόμη και για τους νικητές, επρόκειτο για σοκ.
Έχουν περάσει τρεισήμισι χρόνια από την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης και δύο και κάτι από την κορύφωση της. Ο διευθύνων σύμβουλος της Barclays Μπομπ Ντάιαμοντ ευχαρίστησε για λογαριασμό των τραπεζών τις κυβερνήσεις για τη διάσωσή τους. Σήμερα η γενική διάθεση είναι αισιοδοξία με κάποιες επιφυλάξεις. Σύμφωνα με το World Economic Outlook του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το 2010 η παγκόσμια παραγωγή αυξήθηκε κατά 5% σε όρους αγοραστικής δύναμης. Το 2009 είχε μειωθεί κατά 0.6%. Το ΔΝΤ προσδοκά ότι το 2011 η παγκόσμια ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί ελαφρά σε 4.4% σε όρους αγοραστικής δύναμης. Κυριαρχεί λοιπόν η αισιοδοξία.
Όταν η κρίση ξεθωριάσει στη μνήμη μας, τι θα κρατήσουν ως κληρονομιά της οι ιστορικοί; Οι δημοσιογράφοι δεν έχουν βέβαια την πολυτέλεια της απόστασης. Επομένως θα καταθέσω τις εκτιμήσεις μου ξεκινώντας από τις πιθανές ανατροπές.
Η κρίση δεν υπήρξε ούτε η έναρξη μιας μεγάλης ύφεσης ούτε το τέλος του καπιταλισμού. Αλλά οδήγησε στην εισαγωγή αυστηρότερων ρυθμίσεων στον χρηματοπιστωτικό τομέα, ιδίως στις τράπεζας, αν και αυτές επιβλήθηκαν παραμένοντας εντός του υφιστάμενου ιδεολογικού και θεσμικού πλαισίου. Έπειτα από τρεις δεκαετίες απορρύθμισης, έχουμε τώρα κινήσεις στην αντίθετη κατεύθυνση, αν και όχι χωρίς αντιστάσεις.
Η κρίση αποτέλεσε επίσης σημείο καμπής για το δανεισμό του ιδιωτικού τομέα των αναπτυγμένων χωρών. Στις ΗΠΑ η αναλογία του χρέους του ιδιωτικού τομέα προς το ΑΕΠ αυξήθηκε από 123% το 1981 σε 293% το 2009. Στο τρίτο τρίμηνο του 2010 η αναλογία αυτή είχε μειωθεί στο 263%. Την κούρσα οδήγησε ο χρηματοπιστωτικός τομέας και προς τις δύο κατευθύνσεις: το χρέος του χρηματοπιστωτικού τομέα αυξήθηκε από 22% του ΑΕΠ το 1981 σε 119% το 2008. Στο τρίτο τρίμηνο του 2010 είχε μειωθεί σε 98%. Η απομόχλευση κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχιστεί. Αλλά ακόμη κι αν δεν συνεχιστεί, μοιάζει πια αδιανόητη άλλη μια περίοδος τόσο υψηλού δανεισμού.
Βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, η κρίση επίσης σηματοδότησε μια αντιστροφή των ‘παγκόσμιων ανισορροπιών’ όπως άλλωστε σημειώνει και η έκθεση του ΔΝΤ. Το Ταμείο περιμένει μια μερική αντίστροφη, αν και η κλίμακα των ανισορροπιών ποτέ δεν θα αγγίξει τα επίπεδα στα οποία είχε φτάσει προ της κρίσης. Ένα εξέχον χαρακτηριστικό αυτών των ανισορροπιών – η συσσώρευση συναλλαγματικών αποθεμάτων, ιδίως από την Κίνα – πάντως παραμένει αναλλοίωτο. Από τον Φεβρουάριο του 2009 ως τον Οκτώβριο του 2011 τα συναλλαγματικά αποθέματα αυξήθηκαν κατά 2,004 δις δολάρια, εκ των οποίων της Κίνας μόνο έφτασαν τα 849 δις δολάρια. Αυτό είναι επικίνδυνο.
Η κρίση αποκάλυψε ακόμα πόσο ευάλωτη υπήρξε η Ευρωζώνη στην υπερβολική συσσώρευση χρέους από το δημόσιο και τον ιδιωτικό της τομέα, η οποία προκλήθηκε από την ακατάσχετη ροή αποταμιευτικών πλεονασμάτων προς κακές επενδύσεις μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με μη επαρκή κεφαλαιοποίηση. Η διαχείριση της απομόχλευσης στην Ευρώπη θα αποδειχτεί πολύ δύσκολη διαδικασία, ιδίως επειδή δεν υπάρχει μηχανισμός ευελιξίας των συναλλαγματικών ισοτιμιών.
Και τώρα ας δούμε σε ποια επίπεδα η κρίση λειτούργησε σαν επιταχυντής εξελίξεων.
Η πιο προφανής αλλαγή αφορά τα δημόσια οικονομικά. Κάθε καλά πληροφορημένος πολίτης γνωρίζει ότι στις ανεπτυγμένες χώρες η γήρανση του πληθυσμού θα οδηγήσει στην ανάγκη για σύσφιξη των δημοσίων οικονομικών καθώς οι δαπάνες θα αυξάνονται αλλά η ανάπτυξη θα επιβραδύνεται. Η κρίση επέσπευσε αυτή την εξέλιξη κατά 10χρόνια. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το καθαρό χρέος της γενικής κυβέρνησης της ομάδας των 7 πλουσιότερων χωρών του κόσμου θα βρεθεί από το 52% του ΑΕΠ το 2007 στο 90% το 2015. Αυτό δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη υπερπληθωρισμό ή στάση πληρωμών. Συνεπάγεται ότι η διαχείριση των δημοσίων οικονομικών αποτελέσει πρώτιστη μέριμνα της πολιτικής για το προβλεπόμενο μέλλον. Και θα είναι μια δυστυχής εμπειρία.
Εξίσου σημαντική είναι και η επιτάχυνση των μεταβολών της παγκόσμιας οικονομικής ισχύος. Αν υποθέταμε για το 2005 ένα ΑΕΠ στα 100 για μια σειρά από χώρες, το 2010 οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είχαν ΑΕΠ 105, η Ευρωζώνη 104, η Ιαπωνία και η Βρετανία 102. Αλλά η Βραζιλία θα είχε 125, η Ινδία 147 και η Κίνα 169. «Κρίση; Ποια κρίση;» Αυτή θα πρέπει να είναι η απάντηση της Κίνας και της Ινδίας.
Σύμφωνα με το ΔΝΤ, το 2000 το μερίδιο των προηγμένων χωρών στο παγκόσμιο ΑΕΠ σε όρους αγοραστικής ισχύος ήταν το 63%. Το 2007, πριν την κρίση, είχε γίνει 56%. Το 2009 είχε γίνει 53% και το 2013 θα έχει πέσει κάτω του 50%. Η Κίνα και η Ινδία αντιπροσωπεύουν το 80% της προβλεπόμενης αύξησης του μεριδίου των αναδυόμενων χωρών στην παγκόσμια παραγωγή μεταξύ των ετών 2000 και 2013, ενώ η Κίνα μόνη της αντιπροσωπεύει το 63%. Η ανάπτυξη αυτών των νέων γιγάντων συνοδεύεται από μεγάλες πιέσεις επί των φυσικών πόρων. Αυτές οι πιέσεις τώρα μπορούν μονάχα να αυξηθούν.
Κάτι άλλο που η κρίση επιτάχυνε πολύ δραστικά είναι μια αλλαγή στάσης απέναντι στην Δύση, κυρίως τις ΗΠΑ. Όπως σημειώνει ο πρύτανης και καθηγητής δημόσιας πολιτικής στο εθνικό πανεπιστήμιο της Σιγκαπούρης, Λι Κουάν Γιού, η Ασία δεν εκτιμά πια τις ικανότητες της Δύσης, που άλλωστε έχουν υπονομευθεί ως συνέπεια των αρνητικών της στρατιωτικών περιπετειών και των χρηματοπιστωτικών της ατυχημάτων. Μαζί με την αλλαγή της στάσης αλλάζουν και οι ευθύνες. Η μετάβαση από τους G7, στους G8 και στους G20, πάνω στην κορύφωση της κρίσης, συμβολίζει αυτό το μετασχηματισμό. Αυτό θα συνέβαινε έτσι και αλλιώς, αλλά συνέβη πιο σύντομα ως άμεσο αποτέλεσμα της κρίσης.
Αυτό που μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση στο Νταβός είναι η αβεβαιότητα που η κρίση αποκάλυψε και συνεχίζει να προκαλεί. Ενώ η γενική διάθεση είναι η αισιοδοξία, εξίσου κυριαρχούν και οι αμφιβολίες. Είχα μια μακρά ιδιωτική συνομιλία σχετικά με το αν οι ΗΠΑ θα αποφύγουν την τύχη της Ιαπωνίας. Αυτό θεωρείται από πολύ κόσμο ως αδιανόητο. Κι όμως, πηγαίνοντας πίσω στο 1993, ελάχιστοι περίμεναν ότι η Ιαπωνία θα υφίσταντο τόσο παρατεταμένες οικονομικές πιέσεις. Το πώς θα γίνει η απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα δίχως προβλήματα παραμένει εντελώς σαφές. Οι πιθανότητες για παρατεταμένη οικονομική αδυναμία είναι πάντως μεγάλη, όπως μεγάλη είναι κι οι πιθανότητα για νέα χρηματοπιστωτικά σοκ, ίσως σε απάντηση στις δημοσιονομικές πιέσεις.
Η διάθεση για την Ευρωζώνη είναι σήμερα πιο αισιόδοξη. Αλλά το πώς η Ευρωζώνη θα βγει από τις δυσκολίες της παραμένει κι αυτό ασαφές. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες αποφάσισαν τι θέλουν τελικά: την επιβίωση της Ευρωζώνης. Αλλά το πώς και με ποια μέσα θα το πετύχουν παραμένει άγνωστο.
Το γεγονός ότι η κρίση εκτόξευσε τον κόσμο μας στο μέλλον του δημιουργεί μεγάλες αβεβαιότητες. Μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις που είχα ήταν για το αν η Κίνα έχει κάποια ξεκάθαρα σχέδια για το παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό σύστημα. Ένας Κινέζος ακαδημαϊκός με καλές διασυνδέσεις με διαβεβαίωσε ότι δεν έχει. Αν όμως η Κίνα μπορέσει να διατηρήσει τους σημερινούς ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης της, θα καταστεί μια μεγάλη δύναμη και θα πρέπει να επεξεργαστεί τα δικά της σχέδια σύντομα. Κέρδισε σε ισχύ και θα αποκτήσει πολύ μεγάλες ευθύνες.
Η κρίση δεν αποδείχτηκε το μεγάλο σημείο καμπής μέχρι σήμερα. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι η σημασία της ήταν μικρή. Επέφερε μερικούς μετασχηματισμούς, μια μεγάλη επιτάχυνση κάποιων προηγούμενων τάσεων και πάνω απ’ όλα μεγάλη αβεβαιότητα. Η αβεβαιότητα τώρα είναι μπροστά μας.
-
- Το Γνωρίζατε;
-
- Το επίθετο Μητσοτάκης προέρχεται από τη λέξη μιτσός, που στην κρητική ντοπιολαλιά σημαίνει το μικρό παιδί, το πιτσιρίκι. Κανονικά έπρεπε να γράφεται Μιτσοτάκης.