Το Τ.Τ., το «παλτό» της TBank και... τα CDS
Δημοσιεύτηκε: Πέμ 09 Ιουν 2011, 10:18
Μέσα στο δ’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους, ο «κουμπαράς» του Ελληνικού Δημοσίου, το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο, θα έχει πουληθεί, αν πάρει κανείς στα σοβαρά το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων της κυβέρνησης. Ενόψει της πώλησης, και προφανώς για να γίνει πιο ελκυστικό στους υποψήφιους αγοραστές (!), το Τ.Τ. θα φορέσει για τα καλά την «παλτουδιά» της TBank, απορροφώντας την προβληματική τράπεζα του «φιλοξενούμενου» στον Κορυδαλλό, Παύλου Ψωμιάδη.
Τα διαχειριστικά μυστήρια στο Τ.Τ. είναι ουκ ολίγα και αποκτούν ξεχωριστό ενδιαφέρον σήμερα, καθώς σε λίγους μήνες η κυβέρνηση προγραμματίζει να θυσιάσει ό,τι πολυτιμότερο έχει στο χαρτοφυλάκιο τραπεζικών συμμετοχών της στο βωμό του νέου μνημονίου:
- Χωρίς πολλές εξηγήσεις στους μετόχους (θυμίζουμε: κατά 25% το Τ.Τ. ελέγχεται από μικροεπενδυτές), η διοίκηση Παπαδόπουλου κάλυψε τον προηγούμενο χρόνο ένα σημαντικό μέρος της αύξησης κεφαλαίου της Tbank (πρώην Aspis Bank) δαπανώντας πολύτιμα κεφάλαια, σε μια εξαγορά που ελάχιστο νόημα είχε από καθαρά τραπεζική/διαχειριστική άποψη. Το Τ.Τ. απέκτησε έτσι μια συμμετοχή στην TBank λίγο κάτω από το όριο της καταστατικής μειοψηφίας (33,3% συν μία μετοχή), δηλαδή κάτω από το όριο πέραν του οποίου θα ήταν υποχρεωμένο το Τ.Τ. να ενοποιήσει την προβληματική τράπεζα στον ισολογισμό του.
- Η διοίκηση του Τ.Τ. απέφυγε να εξηγήσει γιατί ήταν απαραίτητη στο στρατηγικό σχεδιασμό επέκτασης των δραστηριοτήτων του αυτή η εξαγορά -προφανώς δεν ήταν. Άλλωστε, κοινό μυστικό στους τραπεζικούς κύκλους είναι ότι δεν επρόκειτο για μια κίνηση επέκτασης, αλλά για μια σχεδόν επιβεβλημένη από την κυβέρνηση και τις εποπτικές αρχές κίνηση: πολύ απλά, το Τ.Τ. χρησιμοποιήθηκε σαν μηχανισμός διάσωσης μιας μικρής προβληματικής τράπεζας, η οποία σε κανονικές συνθήκες θα έπρεπε προ πολλού να έχει οδηγηθεί σε εκκαθάριση. Οι περισσότεροι υποψιάζονται ότι το σενάριο της εκκαθάρισης αποφεύχθηκε, τόσο για λόγους εντυπώσεων, όσο και για να διατηρηθούν ανέπαφα τα αποθεματικά του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων. Έτσι, ο «λογαριασμός» της διάσωσης μεταφέρθηκε στην πολυτιμότερη κρατική τράπεζα και στους ιδιώτες μετόχους της, μεταξύ των οποίων ουκ ολίγοι μικρομέτοχοι.
- Ως το τέλος του 2010, είχε γίνει σαφές ότι η Tbank θα χρειαζόταν άλλη μια γενναία ένεση κεφαλαίων. Η διοίκησή της παραδεχόταν, ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα της προηγούμενης χρήσης, ότι ο βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας είχε πέσει στο 2,25%, με το οποίο βεβαίως δεν λειτουργεί ούτε... σαράφικο, πολύ περισσότερο μια τράπεζα χώρας της ευρωζώνης. Η διοίκηση του Τ.Τ. έχει αποφύγει ως τώρα το «πικρό ποτήρι» της νέας ενίσχυσης, τώρα όμως, προφανώς για να γίνει ελκυστικότερο το ίδρυμα στους υποψήφιους αγοραστές, δρομολογεί την απορρόφηση της Tbank με συνοπτικές διαδικασίες, ώστε οι «νάρκες» του ισολογισμού της πρώην Aspis να «σκάσουν» στον πολύ μεγαλύτερο ισολογισμό του Τ.Τ. και να μη γίνουν αντιληπτές οι «εκρήξεις».
Στο μεταξύ, βέβαια, όλα αυτά δεν έχουν περάσει απαρατήρητα από τους χρηματιστηριακούς «παίκτες», που γνωρίζουν επιπλέον ότι εκτός της Tbank το Ταμιευτήριο έχει στον ισολογισμό του κρυμμένη μια πολύ μεγαλύτερη «νάρκη»: ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο ελληνικών κρατικών ομολόγων, που σε περίπτωση «κουρέματος» του ελληνικού χρέους μπορεί να εξαφανίσει σε μια νύχτα τα κεφάλαια του Τ.Τ. Έτσι, αισίως η μετοχή του Τ.Τ. έχει υποχωρήσει στα 2,84 ευρώ, με τη χρηματιστηριακή του αξία να διαμορφώνεται πολύ κοντά στα 800 εκατ. ευρώ, δηλαδή πολύ χαμηλότερα από τη λογιστική αξία (τη θεωρητική λογιστική αξία, εν πάση περιπτώσει, που προκύπτει χωρίς να αποτιμώνται με βάση τις αγοραίες τιμές τα κρατικά ομόλογα).
Βέβαιο είναι, με αυτά τα δεδομένα, ότι το Τ.Τ. δεν πρόκειται να πουληθεί σε μια τιμή στοιχειωδώς αξιοπρεπή για το Δημόσιο. Το 34% που κατέχει το κράτος και το 10% που έχουν τα ΕΛΤΑ χθες άξιζαν μόνο 355 εκατ. ευρώ, με βάση την τιμή στο χρηματιστηριακό ταμπλό. Θα μπορούσε, άραγε, το Τ.Τ. να έχει σήμερα πολύ μεγαλύτερη αξία;
Σε αυτό το ερώτημα, μια προφανής απάντηση είναι «ναι»! Σίγουρα η αξία του Τ.Τ. θα ήταν μεγαλύτερη, αν δεν είχε επωμισθεί τον άχαρο ρόλο του «ναυαγοσώστη» της Tbank. Όμως, θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη, αν το φθινόπωρο του 2009 δεν είχαν πουληθεί με πολύ μικρό κέρδος τα «χρυσά» CDS που είχε αγοράσει το Τ.Τ. τον Αύγουστο του 2009, με τα οποία είχε ασφαλίσει πλήρως τον κίνδυνο απαξίωσης των κρατικών ομολόγων του χαρτοφυλακίου του.
Τον Αύγουστο του 2009, όταν η χώρα πήγαινε προς τις εκλογές, χωρίς ακόμη να έχει γίνει ευρύτερα αντιληπτή η σοβαρότητα της οικονομικής κρίσης, ο Άγγελος Φιλιππίδης είχε ανοίξει μια από τις μεγαλύτερες θέσεις στην παγκόσμια αγορά των συμβολαίων ασφάλισης ομολόγων, αγοράζοντας τότε CDS ελληνικού χρέους αξίας 950 εκατ. ευρώ. Τότε το ασφάλιστρο ήταν μόνο 135 μονάδες βάσης (1,35%). Δηλαδή, με μια μικρή ετήσια επιβάρυνση, το Τ.Τ. δεν θα είχε την παραμικρή ανησυχία για τον κίνδυνο από το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων του: ακόμη και σε περίπτωση πιστωτικού γεγονότος, θα ανακτούσε τα χαμένα μέσω των CDS που είχε αγοράσει.
Είναι μια μεγάλη συζήτηση πώς κρίνεται αυτή η κίνηση του Τ.Τ. ηθικά και πολιτικά: μια μεγάλη κρατική τράπεζα δεν στέλνει το καλύτερο μήνυμα στις αγορές, όταν ασφαλίζεται έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας της ίδιας της χώρας της. Όμως, όπως έχουν διδάξει όλες οι μεγάλες τράπεζες (βλ., για παράδειγμα, την Goldman Sachs) στο χώρο της τραπεζικής και των αγορών τέτοιες σκέψεις μπορεί να είναι μια ακριβή πολυτέλεια. Το Τ.Τ. είχε ένα τεράστιο χαρτοφυλάκιο ομολόγων, πολλαπλάσιας αξίας από τα κεφάλαιά του, και η ασφάλισή τους ήταν μια καθαρά αμυντική κίνηση, απολύτως εύλογη από την πλευρά του ιδρύματος.
Σήμερα τα ασφάλιστρα έχουν αυξηθεί από τις 135 στις 1400 μονάδες βάσης, δηλαδή δεκαπλασιάσθηκαν! Το Τ.Τ., όμως, πρόλαβε και πούλησε τα CDS του μέσα στους τελευταίους μήνες του 2009, αποκομίζοντας ένα μικρό κέρδος 35 εκατ. ευρώ και χάνοντας μια πολύτιμη ασφάλιση για τον ισολογισμό του, μένοντας σήμερα απολύτως εκτεθειμένο στον κίνδυνο να πάει κάτι στραβά με το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας. Αν δεν είχαν πουληθεί εκείνα τα CDS, η αξία του Τ.Τ. σήμερα θα ήταν εντελώς διαφορετική. Έστω και αν ενοχλούσε ορισμένους ότι σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους κάποια διεθνή, «ευαγή» τραπεζικά ιδρύματα θα καλούνταν να πληρώσουν στο Τ.Τ. ένα «τσουχτερό» τίμημα, μέσω των συμβολαίων CDS...
Τα διαχειριστικά μυστήρια στο Τ.Τ. είναι ουκ ολίγα και αποκτούν ξεχωριστό ενδιαφέρον σήμερα, καθώς σε λίγους μήνες η κυβέρνηση προγραμματίζει να θυσιάσει ό,τι πολυτιμότερο έχει στο χαρτοφυλάκιο τραπεζικών συμμετοχών της στο βωμό του νέου μνημονίου:
- Χωρίς πολλές εξηγήσεις στους μετόχους (θυμίζουμε: κατά 25% το Τ.Τ. ελέγχεται από μικροεπενδυτές), η διοίκηση Παπαδόπουλου κάλυψε τον προηγούμενο χρόνο ένα σημαντικό μέρος της αύξησης κεφαλαίου της Tbank (πρώην Aspis Bank) δαπανώντας πολύτιμα κεφάλαια, σε μια εξαγορά που ελάχιστο νόημα είχε από καθαρά τραπεζική/διαχειριστική άποψη. Το Τ.Τ. απέκτησε έτσι μια συμμετοχή στην TBank λίγο κάτω από το όριο της καταστατικής μειοψηφίας (33,3% συν μία μετοχή), δηλαδή κάτω από το όριο πέραν του οποίου θα ήταν υποχρεωμένο το Τ.Τ. να ενοποιήσει την προβληματική τράπεζα στον ισολογισμό του.
- Η διοίκηση του Τ.Τ. απέφυγε να εξηγήσει γιατί ήταν απαραίτητη στο στρατηγικό σχεδιασμό επέκτασης των δραστηριοτήτων του αυτή η εξαγορά -προφανώς δεν ήταν. Άλλωστε, κοινό μυστικό στους τραπεζικούς κύκλους είναι ότι δεν επρόκειτο για μια κίνηση επέκτασης, αλλά για μια σχεδόν επιβεβλημένη από την κυβέρνηση και τις εποπτικές αρχές κίνηση: πολύ απλά, το Τ.Τ. χρησιμοποιήθηκε σαν μηχανισμός διάσωσης μιας μικρής προβληματικής τράπεζας, η οποία σε κανονικές συνθήκες θα έπρεπε προ πολλού να έχει οδηγηθεί σε εκκαθάριση. Οι περισσότεροι υποψιάζονται ότι το σενάριο της εκκαθάρισης αποφεύχθηκε, τόσο για λόγους εντυπώσεων, όσο και για να διατηρηθούν ανέπαφα τα αποθεματικά του Ταμείου Εγγύησης Καταθέσεων. Έτσι, ο «λογαριασμός» της διάσωσης μεταφέρθηκε στην πολυτιμότερη κρατική τράπεζα και στους ιδιώτες μετόχους της, μεταξύ των οποίων ουκ ολίγοι μικρομέτοχοι.
- Ως το τέλος του 2010, είχε γίνει σαφές ότι η Tbank θα χρειαζόταν άλλη μια γενναία ένεση κεφαλαίων. Η διοίκησή της παραδεχόταν, ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα της προηγούμενης χρήσης, ότι ο βασικός δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας είχε πέσει στο 2,25%, με το οποίο βεβαίως δεν λειτουργεί ούτε... σαράφικο, πολύ περισσότερο μια τράπεζα χώρας της ευρωζώνης. Η διοίκηση του Τ.Τ. έχει αποφύγει ως τώρα το «πικρό ποτήρι» της νέας ενίσχυσης, τώρα όμως, προφανώς για να γίνει ελκυστικότερο το ίδρυμα στους υποψήφιους αγοραστές, δρομολογεί την απορρόφηση της Tbank με συνοπτικές διαδικασίες, ώστε οι «νάρκες» του ισολογισμού της πρώην Aspis να «σκάσουν» στον πολύ μεγαλύτερο ισολογισμό του Τ.Τ. και να μη γίνουν αντιληπτές οι «εκρήξεις».
Στο μεταξύ, βέβαια, όλα αυτά δεν έχουν περάσει απαρατήρητα από τους χρηματιστηριακούς «παίκτες», που γνωρίζουν επιπλέον ότι εκτός της Tbank το Ταμιευτήριο έχει στον ισολογισμό του κρυμμένη μια πολύ μεγαλύτερη «νάρκη»: ένα μεγάλο χαρτοφυλάκιο ελληνικών κρατικών ομολόγων, που σε περίπτωση «κουρέματος» του ελληνικού χρέους μπορεί να εξαφανίσει σε μια νύχτα τα κεφάλαια του Τ.Τ. Έτσι, αισίως η μετοχή του Τ.Τ. έχει υποχωρήσει στα 2,84 ευρώ, με τη χρηματιστηριακή του αξία να διαμορφώνεται πολύ κοντά στα 800 εκατ. ευρώ, δηλαδή πολύ χαμηλότερα από τη λογιστική αξία (τη θεωρητική λογιστική αξία, εν πάση περιπτώσει, που προκύπτει χωρίς να αποτιμώνται με βάση τις αγοραίες τιμές τα κρατικά ομόλογα).
Βέβαιο είναι, με αυτά τα δεδομένα, ότι το Τ.Τ. δεν πρόκειται να πουληθεί σε μια τιμή στοιχειωδώς αξιοπρεπή για το Δημόσιο. Το 34% που κατέχει το κράτος και το 10% που έχουν τα ΕΛΤΑ χθες άξιζαν μόνο 355 εκατ. ευρώ, με βάση την τιμή στο χρηματιστηριακό ταμπλό. Θα μπορούσε, άραγε, το Τ.Τ. να έχει σήμερα πολύ μεγαλύτερη αξία;
Σε αυτό το ερώτημα, μια προφανής απάντηση είναι «ναι»! Σίγουρα η αξία του Τ.Τ. θα ήταν μεγαλύτερη, αν δεν είχε επωμισθεί τον άχαρο ρόλο του «ναυαγοσώστη» της Tbank. Όμως, θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη, αν το φθινόπωρο του 2009 δεν είχαν πουληθεί με πολύ μικρό κέρδος τα «χρυσά» CDS που είχε αγοράσει το Τ.Τ. τον Αύγουστο του 2009, με τα οποία είχε ασφαλίσει πλήρως τον κίνδυνο απαξίωσης των κρατικών ομολόγων του χαρτοφυλακίου του.
Τον Αύγουστο του 2009, όταν η χώρα πήγαινε προς τις εκλογές, χωρίς ακόμη να έχει γίνει ευρύτερα αντιληπτή η σοβαρότητα της οικονομικής κρίσης, ο Άγγελος Φιλιππίδης είχε ανοίξει μια από τις μεγαλύτερες θέσεις στην παγκόσμια αγορά των συμβολαίων ασφάλισης ομολόγων, αγοράζοντας τότε CDS ελληνικού χρέους αξίας 950 εκατ. ευρώ. Τότε το ασφάλιστρο ήταν μόνο 135 μονάδες βάσης (1,35%). Δηλαδή, με μια μικρή ετήσια επιβάρυνση, το Τ.Τ. δεν θα είχε την παραμικρή ανησυχία για τον κίνδυνο από το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων του: ακόμη και σε περίπτωση πιστωτικού γεγονότος, θα ανακτούσε τα χαμένα μέσω των CDS που είχε αγοράσει.
Είναι μια μεγάλη συζήτηση πώς κρίνεται αυτή η κίνηση του Τ.Τ. ηθικά και πολιτικά: μια μεγάλη κρατική τράπεζα δεν στέλνει το καλύτερο μήνυμα στις αγορές, όταν ασφαλίζεται έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας της ίδιας της χώρας της. Όμως, όπως έχουν διδάξει όλες οι μεγάλες τράπεζες (βλ., για παράδειγμα, την Goldman Sachs) στο χώρο της τραπεζικής και των αγορών τέτοιες σκέψεις μπορεί να είναι μια ακριβή πολυτέλεια. Το Τ.Τ. είχε ένα τεράστιο χαρτοφυλάκιο ομολόγων, πολλαπλάσιας αξίας από τα κεφάλαιά του, και η ασφάλισή τους ήταν μια καθαρά αμυντική κίνηση, απολύτως εύλογη από την πλευρά του ιδρύματος.
Σήμερα τα ασφάλιστρα έχουν αυξηθεί από τις 135 στις 1400 μονάδες βάσης, δηλαδή δεκαπλασιάσθηκαν! Το Τ.Τ., όμως, πρόλαβε και πούλησε τα CDS του μέσα στους τελευταίους μήνες του 2009, αποκομίζοντας ένα μικρό κέρδος 35 εκατ. ευρώ και χάνοντας μια πολύτιμη ασφάλιση για τον ισολογισμό του, μένοντας σήμερα απολύτως εκτεθειμένο στον κίνδυνο να πάει κάτι στραβά με το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας. Αν δεν είχαν πουληθεί εκείνα τα CDS, η αξία του Τ.Τ. σήμερα θα ήταν εντελώς διαφορετική. Έστω και αν ενοχλούσε ορισμένους ότι σε περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους κάποια διεθνή, «ευαγή» τραπεζικά ιδρύματα θα καλούνταν να πληρώσουν στο Τ.Τ. ένα «τσουχτερό» τίμημα, μέσω των συμβολαίων CDS...