Κυπριακές τράπεζες σε εξευτελιστική τιμή...
Δημοσιεύτηκε: Τρί 21 Ιουν 2011, 10:03
Στα πρώτα στάδια της ελληνικής κρίσης, οι μεγάλες κυπριακές τράπεζες με ισχυρή παρουσία στην ελληνική αγορά έβλεπαν με ικανοποίηση τους καταθέτες της Ελλάδας να τις αντιμετωπίζουν σαν «ασφαλές καταφύγιο». Χθες, όμως, καθώς η κρίση έχει πια εξελιχθεί και απειλεί να μεταδοθεί επικίνδυνα στην Κύπρο, οι επενδυτές συνέχισαν να εγκαταλείπουν τις μετοχές των δύο μεγαλύτερων κυπριακών τραπεζών, (Τράπεζα Κύπρου, Marfin Popular), ρίχνοντας τις κεφαλαιοποιήσεις τους σε μάλλον εξευτελιστικά επίπεδα.
Στη χθεσινή συνεδρίαση του ΧΑ, θα μπορούσε κανείς θεωρητικά να αγοράσει και τις δύο ισχυρές τράπεζες της Κύπρου, που έχουν ενεργητικό πολλαπλάσιο του ΑΕΠ της χώρας, με συνολικό ποσό χαμηλότερο των 2,8 δισ. ευρώ:
- Η μεν μετοχή της Τράπεζας Κύπρου υποχώρησε κοντά στο συμβολικό «φράγμα» των 2 ευρώ (2,03), με απώλειες 5,14%, και είδε την κεφαλαιοποίησή της να διαμορφώνεται στο υποτιμητικό για το μέγεθος και την ιστορία της επίπεδο των 1,8 δισ. ευρώ. Η πτώση της μετοχής σε σχέση με την ανώτερη τιμή δωδεκαμήνου (3,73%) έφθασε χθες το 45%, παραπέμποντας όλο και περισσότερο σε μετοχή ελληνικής τράπεζας, παρά σε ένα «ασφαλές καταφύγιο» από την ελληνική κρίση.
- Για την Marfin Popular Bank, η πτώση πλησίασε το 5%, με την τιμή της μετοχής να διαμορφώνεται πλέον στα 0,60 ευρώ και την κεφαλαιοποίηση να έχει υποχωρήσει χαμηλότερα και από το 1 δισ. ευρώ. Στην περίπτωση της MPB, όμως, η υποχώρηση από την ανώτατη τιμή 12μήνου (1,49 ευρώ) πλησιάζει το 60%!
Η Κύπρος έχει πάψει εδώ και αρκετούς μήνες να αντιμετωπίζεται από τους Έλληνες καταθέτες σαν ένα «ασφαλές καταφύγιο». Δεν είναι τυχαίο ότι στους πρώτους μήνες του 2011 οι κυπριακές θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών έχασαν καταθέσεις, ενώ το 2010 ήταν πολύ συνηθισμένο το φαινόμενο να φεύγουν χρήματα από ελληνικές τράπεζες και να «προσγειώνονται» στην υποτιθέμενη ασφάλεια των κυπριακών θυγατρικών τους.
Οι επενδυτές σίγουρα αντιμετωπίζουν με αρκετή ανησυχία την έκθεση των δύο μεγαλύτερων κυπριακών τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα, που αποτελούν παγκόσμιο «φόβητρο» αυτή την περίοδο, καθώς μάλιστα όλο και συχνότερα κάνουν την εμφάνισή τους στο διεθνή οικονομικό τύπο αναλύσεις που διατυπώνουν το ερώτημα αν η Κύπρος θα είναι η επόμενη χώρα της ευρωζώνης, μετά την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, που θα χρειασθεί να διασωθεί με κάποιο διεθνές πρόγραμμα στήριξης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Barclay’s Capital, η Marfin Popular Bank βρίσκεται στην 20η θέση των μεγαλύτερων επενδυτών σε ελληνικά ομόλογα, με τοποθετήσεις ύψους 2,3 δισ. ευρώ, ενώ ακολουθεί κατά πόδας η Τράπεζα Κύπρου, με θέσεις 2 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την έκθεση της Fitch, που συνόδευε την απόφασή της στα τέλη Μαΐου να υποβαθμίσει την αξιολόγηση της Κύπρου, λόγω της υψηλής συσχέτισης της οικονομίας της με την ελληνική, η έκθεση στους ελληνικούς κρατικούς τίτλους θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σημαντική πηγή ζημιών για τις κυπριακές τράπεζες σε περίπτωση χρεοκοπίας της χώρας.
Πάντως, η Fitch υπολόγιζε ότι οι κυπριακές τράπεζες αντέχουν ακόμη και σε ένα «κούρεμα» του ελληνικού χρέους κατά 50%. Υπογράμμιζε, όμως, ότι σε περίπτωση που η αναδιάρθρωση του χρέους συνδυαζόταν με μια απότομη επιδείνωση της ποιότητας των ελληνικών χαρτοφυλακίων δανείων, με τα καθυστερούμενα δάνεια να φθάνουν το 25%, οι κυπριακές τράπεζες θα χρειάζονταν μεγάλη κεφαλαιακή ενίσχυση.
Έτσι, για το κόστος ενός «κουρέματος» του ελληνικού χρέους κατά 50%, οι κυπριακές τράπεζες θα χρειάζονταν μια κεφαλαιακή ενίσχυση της τάξεως των 2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Fitch, αλλά σε περίπτωση παράλληλων σοβαρών ζημιών και από τα χαρτοφυλάκια δανείων το κόστος της κεφαλαιακής ενίσχυσης θα έφθανε το 25% του κυπριακού ΑΕΠ και θα ήταν πολύ υψηλό για να καλυφθεί μόνο από την αγορά -δηλαδή θα χρειαζόταν η παρέμβαση του κράτους.
Το Δημόσιο στην Κύπρο έχει αρκετά περιθώρια αντοχής σε μια τραπεζική κρίση, παρότι τα μεγέθη των τραπεζών είναι δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με το ΑΕΠ, θυμίζοντας σε πολλούς την Ιρλανδία, ή την Ισλανδία. Το δημόσιο χρέος μόλις που υπερβαίνει το όριο του 60% του ΑΕΠ, ενώ η Λευκωσία χρηματοδοτείται ως τώρα σχετικά άνετα από την εσωτερική αγορά, προσφεύγοντας μόνο για μικρά ποσά στη διεθνή αγορά ομολόγων.
Με δεδομένη την αντοχή των κυπριακών τραπεζών ακόμη και σε ακραία σενάρια για την εξέλιξη της ελληνικής κρίσης χρέους, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ίσως στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα κεφαλαιοποιήσεων οι μετοχές τους δίνουν ευκαιρία για τοποθετήσεις. Το ράλι ανακούφισης που περιμένουν πολλοί, όταν τελειώσουν οι εκκρεμότητες με την πέμπτη δόση και το νέο «πακέτο» στήριξης της Ελλάδας, αναμφίβολα θα παρασύρει ανοδικά και τις τιμές των δύο κυπριακών τραπεζών, αφήνοντας ένα περιθώριο διψήφιων βραχυπρόθεσμων κερδών για όσους τολμηρούς τοποθετηθούν αυτές τις ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι κίνδυνοι στον ορίζοντα των κυπριακών τραπεζών δεν πρέπει να υποτιμηθούν, αφού η μετάδοση του «ελληνικού ιού» θα συνεχισθεί και μετά τη λήξη αυτής της φάσης του ελληνικού δράματος. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι το νέο μνημόνιο θα εφαρμοσθεί απρόσκοπτα και με επιτυχία.
Στη χθεσινή συνεδρίαση του ΧΑ, θα μπορούσε κανείς θεωρητικά να αγοράσει και τις δύο ισχυρές τράπεζες της Κύπρου, που έχουν ενεργητικό πολλαπλάσιο του ΑΕΠ της χώρας, με συνολικό ποσό χαμηλότερο των 2,8 δισ. ευρώ:
- Η μεν μετοχή της Τράπεζας Κύπρου υποχώρησε κοντά στο συμβολικό «φράγμα» των 2 ευρώ (2,03), με απώλειες 5,14%, και είδε την κεφαλαιοποίησή της να διαμορφώνεται στο υποτιμητικό για το μέγεθος και την ιστορία της επίπεδο των 1,8 δισ. ευρώ. Η πτώση της μετοχής σε σχέση με την ανώτερη τιμή δωδεκαμήνου (3,73%) έφθασε χθες το 45%, παραπέμποντας όλο και περισσότερο σε μετοχή ελληνικής τράπεζας, παρά σε ένα «ασφαλές καταφύγιο» από την ελληνική κρίση.
- Για την Marfin Popular Bank, η πτώση πλησίασε το 5%, με την τιμή της μετοχής να διαμορφώνεται πλέον στα 0,60 ευρώ και την κεφαλαιοποίηση να έχει υποχωρήσει χαμηλότερα και από το 1 δισ. ευρώ. Στην περίπτωση της MPB, όμως, η υποχώρηση από την ανώτατη τιμή 12μήνου (1,49 ευρώ) πλησιάζει το 60%!
Η Κύπρος έχει πάψει εδώ και αρκετούς μήνες να αντιμετωπίζεται από τους Έλληνες καταθέτες σαν ένα «ασφαλές καταφύγιο». Δεν είναι τυχαίο ότι στους πρώτους μήνες του 2011 οι κυπριακές θυγατρικές των ελληνικών τραπεζών έχασαν καταθέσεις, ενώ το 2010 ήταν πολύ συνηθισμένο το φαινόμενο να φεύγουν χρήματα από ελληνικές τράπεζες και να «προσγειώνονται» στην υποτιθέμενη ασφάλεια των κυπριακών θυγατρικών τους.
Οι επενδυτές σίγουρα αντιμετωπίζουν με αρκετή ανησυχία την έκθεση των δύο μεγαλύτερων κυπριακών τραπεζών στα ελληνικά ομόλογα, που αποτελούν παγκόσμιο «φόβητρο» αυτή την περίοδο, καθώς μάλιστα όλο και συχνότερα κάνουν την εμφάνισή τους στο διεθνή οικονομικό τύπο αναλύσεις που διατυπώνουν το ερώτημα αν η Κύπρος θα είναι η επόμενη χώρα της ευρωζώνης, μετά την Ελλάδα, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, που θα χρειασθεί να διασωθεί με κάποιο διεθνές πρόγραμμα στήριξης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Barclay’s Capital, η Marfin Popular Bank βρίσκεται στην 20η θέση των μεγαλύτερων επενδυτών σε ελληνικά ομόλογα, με τοποθετήσεις ύψους 2,3 δισ. ευρώ, ενώ ακολουθεί κατά πόδας η Τράπεζα Κύπρου, με θέσεις 2 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με την έκθεση της Fitch, που συνόδευε την απόφασή της στα τέλη Μαΐου να υποβαθμίσει την αξιολόγηση της Κύπρου, λόγω της υψηλής συσχέτισης της οικονομίας της με την ελληνική, η έκθεση στους ελληνικούς κρατικούς τίτλους θα μπορούσε να εξελιχθεί σε σημαντική πηγή ζημιών για τις κυπριακές τράπεζες σε περίπτωση χρεοκοπίας της χώρας.
Πάντως, η Fitch υπολόγιζε ότι οι κυπριακές τράπεζες αντέχουν ακόμη και σε ένα «κούρεμα» του ελληνικού χρέους κατά 50%. Υπογράμμιζε, όμως, ότι σε περίπτωση που η αναδιάρθρωση του χρέους συνδυαζόταν με μια απότομη επιδείνωση της ποιότητας των ελληνικών χαρτοφυλακίων δανείων, με τα καθυστερούμενα δάνεια να φθάνουν το 25%, οι κυπριακές τράπεζες θα χρειάζονταν μεγάλη κεφαλαιακή ενίσχυση.
Έτσι, για το κόστος ενός «κουρέματος» του ελληνικού χρέους κατά 50%, οι κυπριακές τράπεζες θα χρειάζονταν μια κεφαλαιακή ενίσχυση της τάξεως των 2 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Fitch, αλλά σε περίπτωση παράλληλων σοβαρών ζημιών και από τα χαρτοφυλάκια δανείων το κόστος της κεφαλαιακής ενίσχυσης θα έφθανε το 25% του κυπριακού ΑΕΠ και θα ήταν πολύ υψηλό για να καλυφθεί μόνο από την αγορά -δηλαδή θα χρειαζόταν η παρέμβαση του κράτους.
Το Δημόσιο στην Κύπρο έχει αρκετά περιθώρια αντοχής σε μια τραπεζική κρίση, παρότι τα μεγέθη των τραπεζών είναι δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με το ΑΕΠ, θυμίζοντας σε πολλούς την Ιρλανδία, ή την Ισλανδία. Το δημόσιο χρέος μόλις που υπερβαίνει το όριο του 60% του ΑΕΠ, ενώ η Λευκωσία χρηματοδοτείται ως τώρα σχετικά άνετα από την εσωτερική αγορά, προσφεύγοντας μόνο για μικρά ποσά στη διεθνή αγορά ομολόγων.
Με δεδομένη την αντοχή των κυπριακών τραπεζών ακόμη και σε ακραία σενάρια για την εξέλιξη της ελληνικής κρίσης χρέους, αρκετοί αναλυτές υποστηρίζουν ότι ίσως στα τρέχοντα χαμηλά επίπεδα κεφαλαιοποιήσεων οι μετοχές τους δίνουν ευκαιρία για τοποθετήσεις. Το ράλι ανακούφισης που περιμένουν πολλοί, όταν τελειώσουν οι εκκρεμότητες με την πέμπτη δόση και το νέο «πακέτο» στήριξης της Ελλάδας, αναμφίβολα θα παρασύρει ανοδικά και τις τιμές των δύο κυπριακών τραπεζών, αφήνοντας ένα περιθώριο διψήφιων βραχυπρόθεσμων κερδών για όσους τολμηρούς τοποθετηθούν αυτές τις ημέρες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι κίνδυνοι στον ορίζοντα των κυπριακών τραπεζών δεν πρέπει να υποτιμηθούν, αφού η μετάδοση του «ελληνικού ιού» θα συνεχισθεί και μετά τη λήξη αυτής της φάσης του ελληνικού δράματος. Εκτός αν πιστεύει κανείς ότι το νέο μνημόνιο θα εφαρμοσθεί απρόσκοπτα και με επιτυχία.