• Το Γνωρίζατε;
  • Στο Λονδίνο ακούγονται συστηματικά πάνω από 300 διαφορετικές γλώσσες και διάλεκτοι!

Μπορεί να πτωχεύσουν οι Αμερικανοί;

Συντονιστές: Arxontas, Agrafos

Aris
Συντονιστής
Συντονιστής
Χωρίς σύνδεση
Δημοσιεύσεις: 815
Εγγραφή: Δευ 13 Ιούλ 2009, 03:06
Τοποθεσία: Athens

Μπορεί να πτωχεύσουν οι Αμερικανοί;

Δημοσίευση από Aris »


Ενας από τους αμερικανούς δημοσιογράφους που συνόδευσαν την υπουργό Χίλαρι Κλίντον στην Αθήνα έλεγε σε έλληνα συνάδελφό του ότι «ο Παπανδρέου, όπως και ο Μπερλουσκόνι είναι τυχεροί. Η Βουλή και στην Αθήνα και στη Ρώμη ενέκρινε τα σχέδιά τους για τα ελλείμματα. Ο Ομπάμα, δυστυχώς, δεν είχε ως τώρα αυτή την τύχη. Το Κογκρέσο μας τον κρατά μετέωρο».

Ο αμερικανός δημοσιογράφος «ανησυχούσε» επειδή, όπως έλεγε, δεν ήταν καθόλου βέβαιος ότι το Κογκρέσο τελικά «θα κάνει αυτό που πρέπει». Δηλαδή, ότι ως τη μεθεπόμενη Τρίτη 2 Αυγούστου το Κογκρέσο θα έχει εγκρίνει την αύξηση του δημοσίου χρέους κατά 4 τρισ. δολάρια με αυτοδανεισμό ώστε να αποφύγει την πτώχευση η Αμερική- να αποφύγει τη «στάση πληρωμών», όπως προτιμούν να την ονομάζουν οι Αμερικανοί. Κανονικά, δεν θα υπήρχε πρόβλημα αφού δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που το αμερικανικό Δημόσιο έφθασε σε τέτοια κατάσταση, έστω και αν σήμερα το λεγόμενο «εθνικό χρέος» της Αμερικής οδηγήθηκε στο αστρονομικό ποσό των 14,4 τρισ. δολαρίων. Σήμερα όμως το πρόβλημα είναι κυρίως πολιτικό.

Οι Ρεπουμπλικανοί που ελέγχουν τη Βουλή και προσβλέπουν με αισιοδοξία να καταλάβουν τον Λευκό Οίκο με τις προεδρικές εκλογές του 2012 θέλουν να εμφανίσουν τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα ανίσχυρο. Απορρίπτουν την πρότασή του για αύξηση του χρέους στο ύψος που οι κρατικές υπηρεσίες υποδεικνύουν και «δεν είναι διατεθειμένοι να εγκρίνουν πάνω από 2 τρισ. δολάρια για μια δεκαετία» κατά δήλωση του Τζιμ Τζόρνταν, του Ρεπουμπλικανού προέδρου της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής.

Ο Λευκός Οίκος, γράφει το «Βήμα της Κυριακής», και ένα μεγάλο επιτελείο οικονομικών παραγόντων συμφωνεί ότι ο μόνος τρόπος «σωστής και ουσιαστικής» αντιμετώπισης των κολοσσιαίων ελλειμμάτων είναι ο περιορισμός των κρατικών δαπανών σε συνδυασμό με την αύξηση της φορoλογίας. Οι Ρεπουμπλικανοί αντιδρούν στην αύξηση της φορολογίας και δέχονται τη μείωση του προϋπολογισμού κατά 2 τρισ. δολάρια.

Είναι ωστόσο αμφίβολο αν το «μπάλωμα» των 4 τρισ. δολαρίων που ζητεί ο Ομπάμα λύνει πραγματικά το πρόβλημα της Αμερικής. Το εθνικό χρέος θα συνεχίσει να διογκώνεται, η κυβέρνηση θα δυσκολευθεί να πληρώνει τα χρεολύσια ίσως μάλιστα αναγκαστεί να καταφύγει σε άλλα μέσα-, τα επιτόκια στις διεθνείς αγορές θα αυξηθούν ασφαλώς όπως και τα ασφάλιστρα και τα χρηματιστήρια θα πάθουν νευρικό κλονισμό διαρκείας. Αλλωστε, οι περισσότεροι αναλυτές βλέπουν την τακτική που προσπαθεί να εφαρμόσει ο πρόεδρος Ομπάμα απλώς σαν «μια μετατόπιση της κρίσης στο μέλλον», τουλάχιστον ως τις προεδρικές εκλογές- τις οποίες ο πρόεδρος ελπίζει ότι θα κερδίσει.
Ο κάθε Αμερικανός «χρωστάει» 46.132 δολάρια, καθώς το αμερικανικό Δημόσιο είναι χρεωμένο 14,4 τρισ. δολάρια. Πριν από δέκα χρόνια, στις 2 Ιουλίου 2001, το δημόσιο χρέος ήταν κάτω από το ένα τρίτο του σημερινού και ανάλογο ήταν το «χρέος» του κάθε πολίτη.

Η σπάταλη, ανεδαφική διαχείριση του δημοσίου χρήματος και, κυρίως, οι πολεμικοί τυχοδιωκτισμοί του Τζορτζ Μπους στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν με όλα όσα αυτά συνοδεύτηκαν και η παράλληλη μείωση της φορολογίας των εύπορων πολιτών έφεραν αυτό το αποτέλεσμα.

Δεν είναι κάτι το πρωτοφανές αυτή η κρίση του εθνικού χρέους της Αμερικής. Από το 1993 ως σήμερα η χώρα έφθασε 16 φορές στα όρια της πτώχευσης, μάλιστα το 1995,επί προεδρίας Μπιλ Κλίντον, το κράτος έπαυσε να λειτουργεί επί μια εβδομάδα. Τότε αυτό είχε χαρακτηριστεί από τον Λευκό Οίκο «μικρή δημοσιονομική περιπέτεια» και στην Ευρώπη «αμερικανικός εκκεντρισμός». Σήμερα όμως τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα και οι επιπτώσεις της κρίσης αποτελούν απειλή για όλο τον κόσμο. Στάση πληρωμών στην Αμερική για ένα μόνο 24ωρο σημαίνει πτώση από 1,4% ως 2,7% στα πέντε μεγαλύτερα εκτός Αμερικής χρηματιστήρια του κόσμου. Και αυτό σημαίνει, μεταξύ άλλων, καθυστέρηση- ακόμη και ματαίωση- καταβολής μισθών σε 620.000 άτομα, στην πλειονότητά τους σε χώρες με καθυστερημένη ή και ανύπαρκτη οικονομία.

Επιστροφή στο “Διεθνή”