Μιχάλης Ασλάνης: Εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψής του για χρέη!
Δημοσιεύτηκε: Τετ 04 Σεπ 2013, 07:42
«Εγώ φεύγω. Δεν μπορώ να ζω σε ένα κόσμο τόσο σκληρό και άκαρδο»... Μερικές αράδες σε ένα ιδιόχειρο σημείωμα και η αποκάλυψη ότι ο 63χρονος μόδιστρος είχε ενημερωθεί πως επρόκειτο να συλληφθεί για χρέη 170.000 ευρώ προς το Δημόσιο εξηγούν τους λόγους που οδήγησαν τον ευαίσθητο Μιχάλη Ασλάνη στον θάνατο.
«Φωτεινούλα μου, λυπάμαι που γνωριστήκαμε στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου. Μου συμπαραστάθηκες και σε ευχαριστώ πολύ. Να είσαι πάντα καλά. Ο,τι ποθείς... Εγώ φεύγω. Δεν μπορώ να ζω σε ένα κόσμο τόσο σκληρό και άκαρδο. Χαιρετισμούς στην οικογένειά σου. Θα σε αγαπώ πάντα. M. Ασλάνης…» Το σημείωμα που άφησε ο Μιχάλης Ασλάνης στη στενή του συνεργάτιδα Φωτεινή και το οποίο βρέθηκε δίπλα του, μέσα στο σπίτι του στο Κολωνάκι, λύνει τον γρίφο για τον τρόπο που έφυγε από τη ζωή ο γνωστός μόδιστρος. Την απόφαση την είχε πάρει μέρες πριν. Οταν ενημερώθηκε από την Αστυνομία ότι σε βάρος του είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, με ημερομηνία 9 Αυγούστου, για χρέη. Ο εφιάλτης της σύλληψης, της προσαγωγής στα δικαστήρια, της πιθανής φυλάκισης αλλά και της διαπόμπευσης ήταν κάτι που ο ευαίσθητος Ασλάνης απλώς δεν μπορούσε να αντέξει…
Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του ο 63χρονος άνθρωπος της μόδας ζούσε με τον φόβο της Αστυνομίας. Αν και οι συνεργάτες του ήρθαν σε επαφή με το Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων, όπου εκδόθηκε το ένταλμα και πήραν παράταση μέχρι τέλους Αυγούστου, ο ίδιος ήξερε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να βρει τα χρήματα να πληρώσει για να αποφύγει τελικά τη σύλληψη. Και αυτό γιατί το ένταλμα αφορούσε χρέη προς το Δημόσιο ύψους 170.000 ευρώ. Ο δικηγόρος του τού έλεγε ότι θα συλληφθεί, αλλά δεν θα καταλήξει στη φυλακή. Το αδίκημα δεν ήταν κακούργημα, και έτσι μετά την προσαγωγή του στη Δικαιοσύνη θα αφηνόταν ελεύθερος.
Πάσχιζε να προλάβει να πουλήσει τη βίλα του στη Μύκονο, η αξία της οποίας αγγίζει το 1,5 εκατ. ευρώ. Οπως λένε οι φίλοι του, ο γνωστός μόδιστρος δεν ήθελε με τίποτα να πουλήσει την έπαυλη στο Νησί των Ανέμων, όμως τις τελευταίες εβδομάδες κάμφθηκαν οι αντιστάσεις του. Η αγοραπωλησία, όμως, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Ο σχεδιαστής μόδας από τις 9 Αυγούστου, οπότε ενημερώθηκε για το ένταλμα σύλληψής του, είχε αγχωθεί υπερβολικά, έτρεμε τις χειροπέδες. Εφτασε σε σημείο να μη βγαίνει από το σπίτι του στο Κολωνάκι, να κλειδώνει πάντα την πόρτα του υπνοδωματίου του, ενώ τις ελάχιστες φορές που έβγαινε έξω έκρυβε το πρόσωπό του με καπελάκι τζόκεϊ.
Την Παρασκευή 23 Αυγούστου στέλνει μια επιστολή στους στενούς του συνεργάτες και μέσα σε τρεις σελίδες αναφέρει τους λόγους που οδηγήθηκε στην καταστροφή αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν έχει πλέον τη δύναμη να παλέψει. Το γράμμα τελειώνει με τέσσερις προτάσεις που πραγματικά συγκλονίζουν τους αποδέκτες: «Κάντε ό,τι μπορείτε. Εγώ δεν έχω δύναμη να διαχειριστώ τίποτα. Η υγεία μου είναι χάλια. Φοβάμαι μήπως πάθω και δεύτερο εγκεφαλικό...». Και η αρχή του, όμως, είναι στο ίδιο βαρύ κλίμα. «Γράφω πολύ στεναχωρημένος... Πέρασα ένα εγκεφαλικό, έχω ανεβασμένο ζάχαρο και κατάθλιψη...». Σελίδες γεμάτες απελπισία και απόγνωση. Και αδιέξοδο. Ωστόσο ο Μιχάλης Ασλάνης πουθενά δεν αναφέρει ότι σκέφτεται με οποιονδήποτε τρόπο να βάλει τέλος στη ζωή του.
«Κάντε κάτι να μην πάω φυλακή...»
Ολοι όσοι γνώριζαν τον Μιχάλη Ασλάνη τον περιγράφουν ως ευαίσθητο και ευγενή. Τον τελευταίο καιρό όμως παρακολουθούσε την επικαιρότητα και έβλεπε πολλούς από τους επώνυμους φίλους του να συλλαμβάνονται και να μπαίνουν ο ένας μετά τον άλλον στη φυλακή. Το εγκεφαλικό που είχε υποστεί, αν και δεν τον έριξε στο κρεβάτι, τον επηρέασε και τον έκανε να νιώθει ευάλωτος και αδύναμος, μισός άνθρωπος.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που φίλοι τον άκουγαν στο τηλέφωνο να μιλάει και να ψιθυρίζει με αγωνία: «Κάντε κάτι να μην πάω φυλακή». Προς το παρόν τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπήρχε. Ωστόσο ο εύθραυστος ψυχισμός του Μιχάλη Ασλάνη δεν μπορούσε να το συνειδητοποιήσει. Μάλιστα, από το περασμένο Σαββατοκύριακο γνώριζε ότι την Πέμπτη, δηλαδή μία ημέρα μετά την αυτοκτονία, συνεργάτης του θα πήγαινε στο Α.Τ. Εξαρχείων για να ενημερωθεί πλήρως για το ένταλμα που εκκρεμούσε σε βάρος του και κυρίως να πάρουν την πολυπόθητη παράταση. Και αυτό γιατί και οι αστυνομικοί γνώριζαν ότι ήταν ένας επώνυμος Αθηναίος που δεν είχε καμία διάθεση να εξαφανιστεί για ένα ποσό το οποίο μάλιστα θα μπορούσε να καλυφθεί από τα χρήματα της βίλας του στη Μύκονο.
Στο κατάστημά του στην οδό Σκουφά τις τελευταίες ημέρες δεν πάταγε σχεδόν καθόλου. Με τους συνεργάτες του μιλούσε κυρίως με σημειώματα, όπου τους έδινε εντολές και οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνουν. Ολες οι εργασίες ήταν γραμμένες αναλυτικά και πάντα τα σημειώματα, τελείωναν με ένα ζωγραφισμένο λουλουδάκι...
Δεν είχε ούτε ταμειακή μηχανή
Για τον Σεπτέμβριο ο Μιχάλης Ασλάνης ετοίμαζε την έναρξη λειτουργίας ενός καταστήματος στη Θεσσαλονίκη σε συνεργασία με γνωστή Αθηναία. Τις τελευταίες ημέρες για άγνωστο λόγο αποφάσισε να παγώσει τη συγκεκριμένη διαδικασία και να τη μεταφέρει χρονικά για το νέο έτος. Η αλήθεια είναι ότι το τελευταίο διάστημα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα, ακόμη και στα καθημερινά του έξοδα. Η τελευταία προσπάθεια ανάκαμψης είχε να κάνει με τη μεταφορά του ατελιέ του από του Ψυρρή στο Κολωνάκι. Η κίνησή του αυτή ήταν αφενός συμβολική, αφού θα αποτελούσε μια νέα αρχή και αφετέρου θα τον έκανε να ανασάνει οικονομικά πετώντας από την πλάτη του το βαρύ φορτίο και τα έξοδα του συγκεκριμένου ακινήτου με την πισίνα στην ταράτσα και θέα στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Μόνο για την ανακαίνισή του είχε διαθέσει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Η μεταφορά της έδρας του στο Κολωνάκι αρχικά έδειχνε να αποδίδει. Οι δουλειές πήγαιναν καλύτερα, όμως τα χρέη δεν σταμάτησαν να αποτελούν θηλιά που έσφιγγε σιγά-σιγά γύρω από τον λαιμό του. Ούτε ταμειακή μηχανή είχε, αφού δεν μπορούσε να πάρει φορολογική ενημερότητα...
Η επιστολή που άφησε στους συνεργάτες του
Στα μέσα Αυγούστου, για πρώτη φορά, απ’ ό,τι λένε οι συνεργάτες του, αποφάσισε να πάει τρεις ημέρες διακοπές. Ως προορισμό επέλεξε τα Χανιά. Ωστόσο, ούτε εκεί μπόρεσε να ηρεμήσει. Ενα τηλεφώνημα που δέχτηκε από έναν από τους δικηγόρους του που αναφερόταν στο ένταλμα σύλληψης τον αναστάτωσε, παρόλο που η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής τον διαβεβαίωνε ότι όλα ήταν υπό έλεγχο και δεν υπήρχε κίνδυνος να συλληφθεί...
Επιστρέφοντας από την Κρήτη, ο Μιχάλης Ασλάνης ήταν έντονα καταβεβλημένος. Στις 23 Αυγούστου γράφει μια επιστολή με αποδέκτες τους τρεις στενούς του συνεργάτες. Σε αυτή αναφέρει με λεπτομέρειες πώς καταστράφηκε οικονομικά και τον ρόλο που έπαιξαν οι δύο γυναίκες που είχε χρόνια στο πλευρό του και τον εξαπάτησαν. Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι πέρυσι το καλοκαίρι η βίλα του στο Νησί των Ανέμων νοικιάστηκε από τη μία γυναίκα ερήμην του αντί 10.000 ευρώ και μάλιστα υποψιαζόταν ότι κάτι τέτοιο είχε γίνει και φέτος. Κλείνοντας την επιστολή, την έβαλε σε φάκελο που σφράγισε και υπόγραψε ώστε να μην μπορεί να τον ανοίξει κανείς παρά μόνο ο παραλήπτης.
Τελευταία φορά που τον είδαν οι συνεργάτες του ήταν το βράδυ της περασμένης Δευτέρας. Μία από τις κοπέλες που εργάζεται στο ατελιέ ανέβηκε στον 3ο όροφο, όπου βρίσκεται το σπίτι του, για να του δώσει έναν φάκελο. Ο σχεδιαστής άνοιξε λίγο την πόρτα, έβγαλε το χέρι του και τον πήρε. Καληνύχτισε ευγενικά την κοπέλα και την έκλεισε αργά. Την Τρίτη δεν εμφανίστηκε καθόλου στο ατελιέ της οδού Σκουφά. Γεγονός που δεν έκανε εντύπωση στους στενούς του συνεργάτες, αφού τελευταία ο 63χρονος συνήθιζε να εργάζεται το βράδυ και να κοιμάται την ημέρα. Ηθελε, λένε, να κοιμάται την ημέρα γιατί στο ατελιέ βρισκόταν κόσμος και έτσι αισθανόταν ασφάλεια. Οταν όμως την Τετάρτη το πρωί δεν έδωσε σημάδια ζωής και δεν απάντησε ούτε στα τηλέφωνά του, οι δύο υπάλληλοι αποφάσισαν να ανέβουν πάνω για να δουν τι είχε συμβεί. Οι δύο κοπέλες, Δήμητρα και Φωτεινή, ανέβηκαν τα σκαλιά και με τα κλειδιά που τους είχε δώσει ο ίδιος μπήκαν στο διαμέρισμα. Κατευθύνθηκαν στο υπνοδωμάτιο, όμως η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Με τη βοήθεια κλειδαρά άνοιξαν, μπήκαν μέσα και είδαν τον Ασλάνη νεκρό. Στο μπάνιο υπήρχαν δύο μεγάλα μπολ με υπολείμματα από χάπια... Πάνω στο τραπεζάκι υπήρχε μια σακούλα μέσα στην οποία ο σχεδιαστής είχε αφήσει τις επιστολές στους δικούς του ανθρώπους. Μέσα σε λίγες γραμμές τούς εξηγούσε τους λόγους για τους οποίους επέλεξε να δώσει τέλος στη ζωή του...
Η καταθέση ψυχής του σχεδιαστή μόδας στους συνεργάτες του
Σε ιδιόχειρο σημείωμα ο σχεδιαστής μόδας ανακοινώνει την απόφασή του να αυτοκτονήσει. Σε αυτό, λίγες ώρες πριν βάλει τέλος στη ζωή του, βρίσκει το κουράγιο να απευθύνει ευχαριστίες σε στενή του συνεργάτιδα εξηγώντας της ότι δεν θέλει άλλο να ζει. Την ίδια ώρα, σε ένα άλλο σημείωμα λίγες ημέρες πριν, εξηγεί με τρόπο δραματικό σε στενούς του συνεργάτες τους λόγους που τον οδήγησαν στην καταστροφή και κλείνει περιγράφοντας την κατάσταση της υγείας του με ακόμη πιο δραματικό τόνο: «Η υγεία μου είναι χάλια. Φοβάμαι μήπως πάθω και δεύτερο εγκεφαλικό...».
«Φωτεινούλα μου, λυπάμαι που γνωριστήκαμε στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μου. Μου συμπαραστάθηκες και σε ευχαριστώ πολύ. Να είσαι πάντα καλά. Ο,τι ποθείς... Εγώ φεύγω. Δεν μπορώ να ζω σε ένα κόσμο τόσο σκληρό και άκαρδο. Χαιρετισμούς στην οικογένειά σου. Θα σε αγαπώ πάντα. M. Ασλάνης…» Το σημείωμα που άφησε ο Μιχάλης Ασλάνης στη στενή του συνεργάτιδα Φωτεινή και το οποίο βρέθηκε δίπλα του, μέσα στο σπίτι του στο Κολωνάκι, λύνει τον γρίφο για τον τρόπο που έφυγε από τη ζωή ο γνωστός μόδιστρος. Την απόφαση την είχε πάρει μέρες πριν. Οταν ενημερώθηκε από την Αστυνομία ότι σε βάρος του είχε εκδοθεί ένταλμα σύλληψης, με ημερομηνία 9 Αυγούστου, για χρέη. Ο εφιάλτης της σύλληψης, της προσαγωγής στα δικαστήρια, της πιθανής φυλάκισης αλλά και της διαπόμπευσης ήταν κάτι που ο ευαίσθητος Ασλάνης απλώς δεν μπορούσε να αντέξει…
Τις τελευταίες ημέρες της ζωής του ο 63χρονος άνθρωπος της μόδας ζούσε με τον φόβο της Αστυνομίας. Αν και οι συνεργάτες του ήρθαν σε επαφή με το Αστυνομικό Τμήμα Εξαρχείων, όπου εκδόθηκε το ένταλμα και πήραν παράταση μέχρι τέλους Αυγούστου, ο ίδιος ήξερε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να βρει τα χρήματα να πληρώσει για να αποφύγει τελικά τη σύλληψη. Και αυτό γιατί το ένταλμα αφορούσε χρέη προς το Δημόσιο ύψους 170.000 ευρώ. Ο δικηγόρος του τού έλεγε ότι θα συλληφθεί, αλλά δεν θα καταλήξει στη φυλακή. Το αδίκημα δεν ήταν κακούργημα, και έτσι μετά την προσαγωγή του στη Δικαιοσύνη θα αφηνόταν ελεύθερος.
Πάσχιζε να προλάβει να πουλήσει τη βίλα του στη Μύκονο, η αξία της οποίας αγγίζει το 1,5 εκατ. ευρώ. Οπως λένε οι φίλοι του, ο γνωστός μόδιστρος δεν ήθελε με τίποτα να πουλήσει την έπαυλη στο Νησί των Ανέμων, όμως τις τελευταίες εβδομάδες κάμφθηκαν οι αντιστάσεις του. Η αγοραπωλησία, όμως, δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ.
Ο σχεδιαστής μόδας από τις 9 Αυγούστου, οπότε ενημερώθηκε για το ένταλμα σύλληψής του, είχε αγχωθεί υπερβολικά, έτρεμε τις χειροπέδες. Εφτασε σε σημείο να μη βγαίνει από το σπίτι του στο Κολωνάκι, να κλειδώνει πάντα την πόρτα του υπνοδωματίου του, ενώ τις ελάχιστες φορές που έβγαινε έξω έκρυβε το πρόσωπό του με καπελάκι τζόκεϊ.
Την Παρασκευή 23 Αυγούστου στέλνει μια επιστολή στους στενούς του συνεργάτες και μέσα σε τρεις σελίδες αναφέρει τους λόγους που οδηγήθηκε στην καταστροφή αφήνοντας να εννοηθεί ότι δεν έχει πλέον τη δύναμη να παλέψει. Το γράμμα τελειώνει με τέσσερις προτάσεις που πραγματικά συγκλονίζουν τους αποδέκτες: «Κάντε ό,τι μπορείτε. Εγώ δεν έχω δύναμη να διαχειριστώ τίποτα. Η υγεία μου είναι χάλια. Φοβάμαι μήπως πάθω και δεύτερο εγκεφαλικό...». Και η αρχή του, όμως, είναι στο ίδιο βαρύ κλίμα. «Γράφω πολύ στεναχωρημένος... Πέρασα ένα εγκεφαλικό, έχω ανεβασμένο ζάχαρο και κατάθλιψη...». Σελίδες γεμάτες απελπισία και απόγνωση. Και αδιέξοδο. Ωστόσο ο Μιχάλης Ασλάνης πουθενά δεν αναφέρει ότι σκέφτεται με οποιονδήποτε τρόπο να βάλει τέλος στη ζωή του.
«Κάντε κάτι να μην πάω φυλακή...»
Ολοι όσοι γνώριζαν τον Μιχάλη Ασλάνη τον περιγράφουν ως ευαίσθητο και ευγενή. Τον τελευταίο καιρό όμως παρακολουθούσε την επικαιρότητα και έβλεπε πολλούς από τους επώνυμους φίλους του να συλλαμβάνονται και να μπαίνουν ο ένας μετά τον άλλον στη φυλακή. Το εγκεφαλικό που είχε υποστεί, αν και δεν τον έριξε στο κρεβάτι, τον επηρέασε και τον έκανε να νιώθει ευάλωτος και αδύναμος, μισός άνθρωπος.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που φίλοι τον άκουγαν στο τηλέφωνο να μιλάει και να ψιθυρίζει με αγωνία: «Κάντε κάτι να μην πάω φυλακή». Προς το παρόν τέτοιο ενδεχόμενο δεν υπήρχε. Ωστόσο ο εύθραυστος ψυχισμός του Μιχάλη Ασλάνη δεν μπορούσε να το συνειδητοποιήσει. Μάλιστα, από το περασμένο Σαββατοκύριακο γνώριζε ότι την Πέμπτη, δηλαδή μία ημέρα μετά την αυτοκτονία, συνεργάτης του θα πήγαινε στο Α.Τ. Εξαρχείων για να ενημερωθεί πλήρως για το ένταλμα που εκκρεμούσε σε βάρος του και κυρίως να πάρουν την πολυπόθητη παράταση. Και αυτό γιατί και οι αστυνομικοί γνώριζαν ότι ήταν ένας επώνυμος Αθηναίος που δεν είχε καμία διάθεση να εξαφανιστεί για ένα ποσό το οποίο μάλιστα θα μπορούσε να καλυφθεί από τα χρήματα της βίλας του στη Μύκονο.
Στο κατάστημά του στην οδό Σκουφά τις τελευταίες ημέρες δεν πάταγε σχεδόν καθόλου. Με τους συνεργάτες του μιλούσε κυρίως με σημειώματα, όπου τους έδινε εντολές και οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνουν. Ολες οι εργασίες ήταν γραμμένες αναλυτικά και πάντα τα σημειώματα, τελείωναν με ένα ζωγραφισμένο λουλουδάκι...
Δεν είχε ούτε ταμειακή μηχανή
Για τον Σεπτέμβριο ο Μιχάλης Ασλάνης ετοίμαζε την έναρξη λειτουργίας ενός καταστήματος στη Θεσσαλονίκη σε συνεργασία με γνωστή Αθηναία. Τις τελευταίες ημέρες για άγνωστο λόγο αποφάσισε να παγώσει τη συγκεκριμένη διαδικασία και να τη μεταφέρει χρονικά για το νέο έτος. Η αλήθεια είναι ότι το τελευταίο διάστημα αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα, ακόμη και στα καθημερινά του έξοδα. Η τελευταία προσπάθεια ανάκαμψης είχε να κάνει με τη μεταφορά του ατελιέ του από του Ψυρρή στο Κολωνάκι. Η κίνησή του αυτή ήταν αφενός συμβολική, αφού θα αποτελούσε μια νέα αρχή και αφετέρου θα τον έκανε να ανασάνει οικονομικά πετώντας από την πλάτη του το βαρύ φορτίο και τα έξοδα του συγκεκριμένου ακινήτου με την πισίνα στην ταράτσα και θέα στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης. Μόνο για την ανακαίνισή του είχε διαθέσει εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Η μεταφορά της έδρας του στο Κολωνάκι αρχικά έδειχνε να αποδίδει. Οι δουλειές πήγαιναν καλύτερα, όμως τα χρέη δεν σταμάτησαν να αποτελούν θηλιά που έσφιγγε σιγά-σιγά γύρω από τον λαιμό του. Ούτε ταμειακή μηχανή είχε, αφού δεν μπορούσε να πάρει φορολογική ενημερότητα...
Η επιστολή που άφησε στους συνεργάτες του
Στα μέσα Αυγούστου, για πρώτη φορά, απ’ ό,τι λένε οι συνεργάτες του, αποφάσισε να πάει τρεις ημέρες διακοπές. Ως προορισμό επέλεξε τα Χανιά. Ωστόσο, ούτε εκεί μπόρεσε να ηρεμήσει. Ενα τηλεφώνημα που δέχτηκε από έναν από τους δικηγόρους του που αναφερόταν στο ένταλμα σύλληψης τον αναστάτωσε, παρόλο που η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής τον διαβεβαίωνε ότι όλα ήταν υπό έλεγχο και δεν υπήρχε κίνδυνος να συλληφθεί...
Επιστρέφοντας από την Κρήτη, ο Μιχάλης Ασλάνης ήταν έντονα καταβεβλημένος. Στις 23 Αυγούστου γράφει μια επιστολή με αποδέκτες τους τρεις στενούς του συνεργάτες. Σε αυτή αναφέρει με λεπτομέρειες πώς καταστράφηκε οικονομικά και τον ρόλο που έπαιξαν οι δύο γυναίκες που είχε χρόνια στο πλευρό του και τον εξαπάτησαν. Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ότι πέρυσι το καλοκαίρι η βίλα του στο Νησί των Ανέμων νοικιάστηκε από τη μία γυναίκα ερήμην του αντί 10.000 ευρώ και μάλιστα υποψιαζόταν ότι κάτι τέτοιο είχε γίνει και φέτος. Κλείνοντας την επιστολή, την έβαλε σε φάκελο που σφράγισε και υπόγραψε ώστε να μην μπορεί να τον ανοίξει κανείς παρά μόνο ο παραλήπτης.
Τελευταία φορά που τον είδαν οι συνεργάτες του ήταν το βράδυ της περασμένης Δευτέρας. Μία από τις κοπέλες που εργάζεται στο ατελιέ ανέβηκε στον 3ο όροφο, όπου βρίσκεται το σπίτι του, για να του δώσει έναν φάκελο. Ο σχεδιαστής άνοιξε λίγο την πόρτα, έβγαλε το χέρι του και τον πήρε. Καληνύχτισε ευγενικά την κοπέλα και την έκλεισε αργά. Την Τρίτη δεν εμφανίστηκε καθόλου στο ατελιέ της οδού Σκουφά. Γεγονός που δεν έκανε εντύπωση στους στενούς του συνεργάτες, αφού τελευταία ο 63χρονος συνήθιζε να εργάζεται το βράδυ και να κοιμάται την ημέρα. Ηθελε, λένε, να κοιμάται την ημέρα γιατί στο ατελιέ βρισκόταν κόσμος και έτσι αισθανόταν ασφάλεια. Οταν όμως την Τετάρτη το πρωί δεν έδωσε σημάδια ζωής και δεν απάντησε ούτε στα τηλέφωνά του, οι δύο υπάλληλοι αποφάσισαν να ανέβουν πάνω για να δουν τι είχε συμβεί. Οι δύο κοπέλες, Δήμητρα και Φωτεινή, ανέβηκαν τα σκαλιά και με τα κλειδιά που τους είχε δώσει ο ίδιος μπήκαν στο διαμέρισμα. Κατευθύνθηκαν στο υπνοδωμάτιο, όμως η πόρτα ήταν κλειδωμένη. Με τη βοήθεια κλειδαρά άνοιξαν, μπήκαν μέσα και είδαν τον Ασλάνη νεκρό. Στο μπάνιο υπήρχαν δύο μεγάλα μπολ με υπολείμματα από χάπια... Πάνω στο τραπεζάκι υπήρχε μια σακούλα μέσα στην οποία ο σχεδιαστής είχε αφήσει τις επιστολές στους δικούς του ανθρώπους. Μέσα σε λίγες γραμμές τούς εξηγούσε τους λόγους για τους οποίους επέλεξε να δώσει τέλος στη ζωή του...
Η καταθέση ψυχής του σχεδιαστή μόδας στους συνεργάτες του
Σε ιδιόχειρο σημείωμα ο σχεδιαστής μόδας ανακοινώνει την απόφασή του να αυτοκτονήσει. Σε αυτό, λίγες ώρες πριν βάλει τέλος στη ζωή του, βρίσκει το κουράγιο να απευθύνει ευχαριστίες σε στενή του συνεργάτιδα εξηγώντας της ότι δεν θέλει άλλο να ζει. Την ίδια ώρα, σε ένα άλλο σημείωμα λίγες ημέρες πριν, εξηγεί με τρόπο δραματικό σε στενούς του συνεργάτες τους λόγους που τον οδήγησαν στην καταστροφή και κλείνει περιγράφοντας την κατάσταση της υγείας του με ακόμη πιο δραματικό τόνο: «Η υγεία μου είναι χάλια. Φοβάμαι μήπως πάθω και δεύτερο εγκεφαλικό...».