Σελίδα 1 από 1

Ο «αγιος» Λουκάς και η σωτηρία των ελληνικών τραπεζών

Δημοσιεύτηκε: Τετ 09 Νοέμ 2011, 09:32
από Agrafos
Την ώρα που κορυφώνονταν χθες οι διαβουλεύσεις για το πρόσωπο που θα ηγηθεί της κυβέρνησης συνεργασίας, τραπεζικοί παράγοντες καθιστούσαν σαφές ότι «πόνταραν» στο πρόσωπο του τέως αντιπροέδρου της ΕΚΤ Λουκά Παπαδήμου, καθώς εκτιμούν ότι θα συνέβαλε στην αποφυγή ενός μεγάλου «κουρέματος» και θα βελτίωνε τις προοπτικές να αποφύγουν οι μεγαλύτερες τράπεζες τον κίνδυνο της κρατικοποίησης.

Όπως εκτιμούν στην τραπεζική αγορά, με πρωθυπουργό τον κορυφαίο Έλληνα κεντρικό τραπεζίτη, το τοπίο για τις ελληνικές τράπεζες θα γίνει λιγότερο ζοφερό:

- Ο κ. Παπαδήμος, τονίζουν, έχει εξαρχής ταχθεί κατά του δραστικού «κουρέματος» του ελληνικού χρέους. Το έκανε μάλιστα σαφές με πρόσφατα άρθρο του (δημοσιεύθηκε στο «Βήμα» και στους “Financial Times”), όπου εξέφραζε θέσεις που βρίσκουν απολύτως σύμφωνους και τους Έλληνες εμπορικούς τραπεζίτες.

- «Αυτή τη στιγµή», τόνιζε ο κ. Παπαδήμος,» η πιο αποτελεσµατική και συνετή οδός είναι να εφαρµοστεί η συµφωνία των Ευρωπαίων ηγετών που επετεύχθη τον Ιούλιο και να ενισχυθεί κατάλληλα», έγραφε ο κ. Παπαδήμος, λίγες ημέρες πριν συμφωνηθεί το «κούρεμα» κατά 50%.

- Όπως επισήμαινε ο κ. Παπαδήμος στο ίδιο άρθρο, τα οφέλη της αναδιάρθρωσης του χρέους από µια χώρα της ζώνης του ευρώ εξαρτώνται από την κατανοµή του χρέους ανάµεσα στους πιστωτές και τη δυνατότητα που έχουν να απορροφήσουν απώλειες τέτοιου είδους χωρίς κρατική στήριξη.

- Στην περίπτωση της Ελλάδας, ανέφερε ο κ. Παπαδήμος, στο τέλος Ιουλίου του 2011, η ονοµαστική αξία του χρέους της κεντρικής κυβέρνησης ήταν 366 δισ. ευρώ. Σχεδόν το 30% ήταν σε ελληνικά χέρια, κυρίως στα χέρια τραπεζών, συνταξιοδοτικών ταµείων και ασφαλιστικών εταιρειών. Μια σηµαντική µείωση της ονοµαστικής αξίας του ελληνικού χρέους που κρατούν στα χέρια τους αυτά τα ιδρύµατα θα πρέπει να αντισταθµιστεί σε µεγάλο βαθµό από την οικονοµική στήριξη της κυβέρνησης. Μόνο η αναδιάρθρωση του 40% περίπου του συνολικού δηµόσιου χρέους της Ελλάδας, που βρίσκεται στα χέρια ξένων ιδιωτών επενδυτών θα µπορούσε να αποφέρει καθαρά οικονοµικά οφέλη.

Αυτές οι απόψεις του κορυφαίου τραπεζίτη βρίσκονται σε αρμονία με τις θέσεις των ελληνικών τραπεζών, που δημόσια έχουν διατυπωθεί τόσο από τον κ. Μ. Σάλλα, όσο και από τους οικονομικούς αναλυτές της Alpha Bank. Τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι ακόμη και μετά τις αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου, που αναφέρονται σε ονομαστικό «κούρεμα» της αξίας του χρέους κατά 50%, υπάρχουν περιθώρια, αν το επιδιώξει η ελληνική κυβέρνηση, να μειωθεί η επίπτωση για τις ελληνικές τράπεζες.

Για να γίνει αυτό, επισημαίνουν, θα χρειασθούν μερικές προσαρμογές στις «λεπτομέρειες» της συμφωνίας για το PSI, οι οποίες εξακολουθούν να τελούν υπό διαπραγμάτευση. Με κατάλληλη προσαρμογή του επιτοκίου των νέων ομολόγων, που θα προέλθουν από την ανταλλαγή, της διάρκειάς τους, αλλά και του προεξοφλητικού επιτοκίου, βάσει του οποίου θα υπολογισθεί η μείωση της καθαρής παρούσας αξίας των ομολόγων, που έχουν στα χέρια τους ελληνικές τράπεζες, το «κούρεμα» θα μπορούσε να καταλήξει να είναι πολύ μικρότερο από το 50%, σε όρους παρούσας αξίας των τίτλων.

Με άλλα λόγια, η γενική επικεφαλίδα θα συνεχίσει να γράφει «κούρεμα ελληνικού χρέους κατά 50%», αλλά τα ποσά που θα χρειασθεί να αφαιρέσουν οι ελληνικές τράπεζες από τα κεφάλαιά τους θα είναι πολύ μικρότερα, ώστε η τελική επίπτωση περισσότερο να προσεγγίζει το 21% της αρχικής συμφωνίας για το PSI. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, ελπίζουν οι τραπεζίτες, οι ανάγκες κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών θα είναι πολύ μικρότερες και αρκετές θα καταφέρουν να τις αντιμετωπίσουν μέσω της αγοράς, χωρίς να χρειασθεί να κρατικοποιηθούν.

Η επαλήθευση αυτών των σεναρίων προϋποθέτει βέβαια ότι πολλά ερωτήματα θα απαντηθούν με τρόπο θετικό για τις ελληνικές τράπεζες, κάτι που δεν είναι καθόλου σίγουρο. Προς το παρόν, φαίνεται να έχει «κλειδώσει» το αρχικό σενάριο, που προβλέπει «βαθύ κούρεμα», ανάγκες ενίσχυσης έως και με 30 δισ. ευρώ από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, παροχή των ενισχύσεων με αντάλλαγμα κοινές μετοχές και, τελικά, κρατικοποίηση της πλειονότητας των μεγάλων τραπεζών.